Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

ΒΙΑ: Η οδός του Θεού Ιωάννη Κορναράκη: Το πρωτογενές μπόλιασμα τῆς βίας στό άνθρώπινο πρόσωπο



Ὅταν βρίσκεται κανείς σήμερα ἔκπληκτος μπροστά στήν ὠμότητα καί γενικά στίς ποικίλες, συγκλονιστικές στήν ἀνθρώπινη εὐαισθησία, μορφές καί ποιότητες βίας, πού ἀποβαίνουν ἀγχογόνοι οἰωνοί γιά τό μέλλον πού ἔρχεται, διερωτᾶται εὔλογα·
-Ποιά εἶναι ἄραγε ἡ πρωτογενής πηγή καί ἀφετηρία τῆς βίας καί ποιός τή γέννησε; Ποιός επί τέλους, μπόλιασε τό άνθρώπινο πρόσωπο μ' αὐτό τόν καταστροφικό, γιά τήν ἴδια τήν ὕπαρξή του, τυφλό καί ἀδυσώπητο δυναμισμό;
Ἕνα τέτοιο ἐρώτημα εἶναι φυσικό νά μᾶς παραπέμπει στό πολύ παρωχημένο παρελθόν, νά μᾶς γυρίζει πολύ πίσω, στους περασμένους πιά αἰῶνες! Καί, γιατί ὄχι, στήν ἀφετηρία καί στό πρῶτο ξεκίνημα τῆς άνθρώπινης ζωῆς!
-Ἀλλά ποῦ μπορεί νά ἐντοπίσει κανείς ὄχι μόνο χρονικά ἀλλά καί κυρίως "τοπικά" τό χῶρο, πού γιά πρώτη φορά, ἐνσαρκώθηκε ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη κι ἄρχισε τό ξεδίπλωμα τῆς ἱστορικῆς της διαδρομῆς, στήν πορεία αὐτοῦ τοῦ κόσμου;
Φυσικά, ὁ χριστιανός ἄνθρωπος, δέν δυσκολεύεται καθόλου στήν προσπάθεια ἑνός τέτοιου ἐντοπισμοῦ. Ἕνα ἀπό τά πρῶτα κεφάλαια τῆς πίστεώς του, τόν πληροφορεῖ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος γεννήθηκε στόν παράδεισο.
Ὁ παράδεισος ὑπῆρξε ὁ χῶρος, μέσα στόν ὁποῖο, τό ἐκλεκτώτερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος, συνειδητοποίησε τήν ὕπάρξή του, ἀπό κάθε ἄποψη καί παρέλαβε τή σκυτάλη τῆς ζωῆς μέ ὑψηλές, δηλ. θεωτικές, προσδοκίες!
Ἀλλά στόν παραδείσιο ἀκριβῶς αὐτό χῶρο καί μάλιστα στό ξεκίνημα ἐπάνω τῆς ὑπαρξιακῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, παίχθηκε (ἀπροσδόκητα) ἡ τραγωδία τῆς ἐμπλοκῆς του στήν ἀμαρτία μέ πρωταγωνιστή τό διάβολο. Ἔτσι ὁ παράδεισος φαίνεται νά φιλοξένησε, στή διάρκεια τοῦ παιξίματος αὐτῆς τῆς τραγωδίας, τό λίκνο τῆς βίας· τή δαιμονική ἀπάτη, πού μπόλιασε, γιά πρώτη φορά , τό ἀνθρώπινο πρόσωπο μέ τόν πικρό καί θανατηφόρο ἰό τῆς βίας!
Στόν παραδείσιο χῶρο τῆς δοκιμασίας τῆς ἀνθρωπίνης ἐλευθερίας ἀσκήθηκε, μέ ἀπατηλό τρόπο, ἀπό τό γενάρχη τῆς δαιμονικῆς βίας καί διοχετεύθηκε στό ψυχολογικό καί πνευματικό κυκλοφορικό σύστημα τοῦ ἀνθρώπου, ἡ πρωτογενής βία, ὡς χυμός φθορᾶς καί θανάτου, καταστροφῆς καί ἀλλοτριώσεως.
Ὅμως τό πλέον παράδοξο καί ἐντυπωσιακό γεγονός, στή φύση καί λειτουργία τῆς βίας, στά πρώτα της βήματα, εἶναι ὅτι δέν ἐμφανίζεται μέ δυναμικό καί ἄμεσα καταλυτικό, βίαιο τρόπο. Ἡ πρεμιέρα τῆς βίας, στό θέατρο τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως φαίνεται ἀθόρυβη καί ἀβίαστη· σχεδόν ἀνύποπτη.
Ἡ πρωτογενής καί ἀρχέγονη βία εἰσέρχεται στό προσκήνιο τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς χωρίς νά πιέζει, νά ἀπειλεί, νά τρομάζει ἤ νά ἐκβιάζει. Ἁπλῶς φαίνεται νά διαλέγεται, καθώς κάνει τά πρῶτα βήματά της πρός τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἐντελῶς φυσιολογικά μ' αὐτό, ἀβίαστα.
Ὁ διάλογος τοῦ ὄφι μέ τήν Εὔα εἶναι πράγματι ἐκ πρώτης ὄψεως, ἕνας ἤρεμος, φυσιολογικός καί... ἀξιοπρεπής, ἀπό πλευρᾶς σεβασμοῦ τῶν κανόνων τῆς καλῆς ἀνθρώπινης συμπεριφορᾶς, διάλογος. Καί οἱ δύο συζητητές αὐτοῦ τοῦ διαλόγου φαίνεται νά εἶναι προσεκτικοί στό σεβασμό τοῦ προσώπου τοῦ ἄλλου. Δεν παρουσιάζεται κάποια ἔνταση, σέ στύλ συγκρούσεως ἤ ἀντιδικίας, μεταξύ τῶν συζητητῶν αὐτῶν, στήν πορεία τοῦ διαλόγου πού κάνουν.
Κι ὅμως. Ὁ ὄφις ἀσκεῖ βία καί ἐγκαινιάζει τή λειτουργία τῆς βίας, μέσα στό ἀνθρώπινο πρόσωπο, μ' ἕνα πράγματι ἐντελῶς ἀνύποπτο τρόπο. Μέ τήν ἀπάτη!
Ἡ ἀπάτη, στό διάλογο τοῦ ὄφι μέ τήν Εὔα, ἀποτελεῖ τό προσωπεῖο τῆς βίας! Ἡ βία, γυμνή καί "άφτιασίδωτη", θά προκαλοῦσε φρίκη καί τρόμο στήν Εὔα! Θά ξυπνοῦσε ἴσως τό ἔνστικτο τῆς αὐτοπροστασίας καί θά τήν ὠθοῦσε στή φυγή καί ἐπομένως τήν ἐγκατάλειψη τοῦ διαλόγου.
Ἔτσι ἡ ἀπάτη καθιστᾶ τή βία ἀνύποπτη. Μάλιστα τήν ὡραιοποιεῖ καί μέ τόν τρόπο αὑτό κάνει γοητευτικό τόν ἐκβιασμό τῆς θελήσεως τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου.
Ἡ Εὔα ἐξαπατᾶται καί ἐκβιάζεται νά ὑποκύψει στή δαιμονική ὑποβολή καί ἑπομένως στή δαιμονική βία, χωρίς τήν παραμικρή ὑποψία, γοητευμένη ἀπό τήν ἄψογη συμπεριφορά τοῦ ὄφι. Κι ἴσως θά αἰσθάνθηκε πραγματικά ἐνθουσιασμένη, ὅταν διεπίστωσε κάτι, πού δέν εἶχε ἀντιληφθεῖ προηγουμένως, ὅτι δηλαδή ὁ καρπός τοῦ ἀπηγορευμένου, ἀπό τό Θεό, δένδρου ἦταν ἐξαίρετος καί γι' αὐτό ἐπιθυμητός ἀπό κάθε ἄποψη!
Χρειάσθηκε νά ἀφυπνίσει τό πνεῦμα τῆς Εὔας "ὁ κριτικός ἐνθυμήσεων" λόγος τοῦ Θεοῦ, γιά νά συνειδητοποιήσει καί νά ὁμολογήσει τή δαιμονική ἀπάτη, πού ἐξεβίασε τή βούλησή της.
-"Τί τοῦτο ἐποίησας", ἐρώτησε ὁ Θεός τήν Εὔα, μετά τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς του. Πῶς ἔκανες μιά τέτοια για σένα καταστροφική ἐπιλογή;
-"Ὁ ὄφις μέ ἡπάτησε", παραδέχθηκε ἡ Εὔα.
Μόνο ὔστερα ἀπό τό ἐρώτημα αὐτό τοῦ Θεοῦ μπόρεσε νά ἰδεῖ καθαρά ἡ Εὔα τήν ἀπάτη τῆς δαιμονικής βίας. Ἐπομένως μόνο τότε (ἀργά βέβαια) εἶδε κατά πρόσωπο τή βία.
Ἔτσι ἡ δαιμονική βία λειτούργησε πράγματι ἀβίαστα, ἀθόρυβα, "λογικά", δηλ. ἐντελῶς ἀνύποπτα γιά τό θῦμα.
Αὐτό τό τελευταῖο χαρακτηριστικό τῆς δαιμονικῆς βίας εἶναι ἐκεῖνο, πού θεμελιώνει καί παγιώνει τή διεργασία τῆς ἀλλοτριώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ἡ βία ἀλλοτριώνει συχνά ἀθόρυβα , ἐρήμην τῆς αὐτοσυνειδησίας τοῦ θύματος. Μέ τόν σιγαστήρα τῆς ἀπᾶτης δέν προκαλεῖ, συχνά, θόρυβο, δέν ἀνησυχεῖ τήν ἀνθρώπινη συνείδηση. Ἀντίθετα, σέ πολλές περιπτώσεις, ὅπως αὐτή τῆς Εὔας, πείθει τό θῦμα της, ὅτι εἶναι πάντοτε στήν ὑπηρεσία τοῦ προσωπικού του συμφέροντος καί τῆς προστασίας του ἀπό ἐπικίνδυνα ὑπαρξιακά "ψεύδη"!
-Οὐ θανάτω ἀποθανεῖσθε".
Ἡ ἀθόρυβη αὐτή βία τῆς διαψεύσεως τῆς πιό σημαντικῆς καί κρίσιμης, γιά τήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, θεόσδοτης ἀλήθειας, ἀλλοτριώνει τό ἀνθρώπινο πνεῦμα ἀπό τή θεόκτιστη συνείδησή του καί τό παγιδεύει στό φαῦλο κύκλο μιᾶς θανατηφόρας ἀξιολογικῆς μετατιμήσεως καί άναρχίας.
Πάντως ἀπό τή στιγμή πού ἀπατήθηκε ἡ Εὔα, μέ τή δική της εὐθύνη, ἀφοῦ δέν χρησιμοποίησε τίς νηπτικές λειτουργίες τοῦ κατ' εἰκόνα· "Βία καί τυραννίδι ἤγετο ὑπό τοῦ ἐχθροῦ ὁ ἄνθρωπος καί σχεδόν οἱ μή θέλοντες άμαρτῆσαι βία ἡμάρτανον".
Ἀπό ἐκείνη τήν τελεσίδικα κρίσιμη καί καταστροφική, γιά τό ἀδαμικό ἀνθρώπινο πρόσωπο, στιγμή, τό πρόσωπο αὐτό ἀλλοτριώθηκε λειτουργικά καί ψυχοδυναμικά καί μεταποιήθηκε σέ ἔνσαρκη βία. Αὐτός ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, ἀπό ἐκείνη τή στιγμή καί ἑξῆς, λειτουργεῖ πλέον ὡς βία.
Αὐτό βέβαια σημαίνει ὅτι ἡ βία, ὡς καρπός δαιμονικῆς γέννας, ἔλαβε, μέ τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, μιά νέα ποιοτική ἤ ὀντολογική ὑπόσταση· ἔγινε καί ἀνθρωπίνη.
Μέχρι τή στιγμή πού ἀπατήθηκε ἡ Εὔα, ἡ βία εἶχε ἀποκλειστικά δαιμονική ταυτότητα καί ὑπόσταση. Ἀπό τή στιγμή ὅμως τῆς διολισθήσεως τῆς Εὔας στή δαιμονική παγίδα , ἡ βία βρῆκε οἰκεῖο χῶρο "σεσαρωμένον καί κεκοσμημένον" καί ἐγκαταστάθηκε στήν ἀνθρωπίνη φύση, μέ δικαιώματα κυριαρχικά καί ἐξουσιαστικά, σέ ὅλες τίς ψυχοσωματικές της λειτουργίες.
Τό άποτέλεσμα, φυσικά, αὐτῆς τῆς μεταποιήσεως τοῦ άνθρώπου σέ ἔνσαρκη βία ἐντοπίζεται εὐδιάκριτα στή βίαιη ἐνδοψυχική συγκρουσιακή λειτουργικότητά του, πού εἶναι πλέον χαρακτηριστικό τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου, τοῦ "πεπραμένου ὑπό τήν άμαρτίαν".
Μετά τήν ἀπάτη τῆς Εὔας, ἀπό τή δαιμονική βία, ὁ ἀδαμικός ἄνθρωπος σχετίζεται μέ τόν ἑαυτό του δυνάμει τῆς βίας, πού πλέον ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἐνσαρκώνει. Ἕτσι ὁ ἑαυτός τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου φέρεται βίαια πρός τόν ἑαυτό του. Ἐξερχόμενος ἀπό τόν παράδεισο, πορεύεται τόν δρόμο του ἐκβιαζόμενος από τόν ἑαυτό του, συγχρόνως ὅμως ἐκβιάζοντας τόν ἑαυτό του.
Ἡ σχέση αὐτή τοῦ ἑαυτοῦ μέ τόν ἑαυτό δίνει τήν πιό ὠμἠ ἀλλά καί πιό γνήσια καί αὐθεντική ψυχοδυναμική εἰκόνα τοῦ άνθρωπίνου προσώπου. Ἡ ἀνθρωπίνη φύση, ἡ "πεπραμένη (πουλημένη) ὑπό τήν ἀμαρτίαν", τελεῖ πάντοτε ὑπό τή βία τοῦ διεφθαρμένου ἀπό τή δαιμονική, βίαιη ἐπενέργεια, ἑαυτοῦ της.
Ὅλες οἱ ἄλλες ἐκδηλώσεις καί ἐνέργειες καί πράξεις βίας, ἀπό τίς πιό ἀσήμαντες μέχρι τίς πιό τραγικές καί συγκλονιστικές, ἀποτελοῦν ἀπλῶς προβολές καί προεκτάσεις πρός τά μέσα (ἐνδοψυχικά -ἐνδοατομικά) ἤ πρός τά ἔξω (ἐναντίον τοῦ πλησίον) αὐτῆς τῆς καθολικῆς βιαιοποιήσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
Ἔτσι λοιπόν, ἡ γεμάτη βίαιες πράξεις καί ἐνέργειες ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ξεκινάει ἤδη μέσα ἀπό τόν παραδείσιο χώρο.
Ὁ ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, "ὁ ἀρχέκακος ὄφις" ἐβίασε τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἐπί τῆς ἄνετης κλίνης τῆς ἀπάτης καί τό μπόλιασε μέ τή δική του, τή δαιμονική βία.
Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ἡ βία ἔγινε δύναμη ἀλλά καί ποιότητα ὑπαρξιακῆς λειτουργίας τοῦ ἀνθρωπίνου ψυχισμοῦ. Τό γεγονός ὅτι ἡ δική μας ἐποχή ἐπιβεβαιώνει μέ ἀκλόνητη πειστικότητα αὐτή τή λειτουργική ποιότητα τοῦ ψυχισμοῦ αὐτοῦ, μᾶς διευκολύνει νά προχωρήσουμε, στό διάλογο μέ τή βία, μέ μεγαλύτερη ἐπίγνωση τοῦ πιό κρίσιμου ὑπαρξιακοῦ μας προβληματισμοῦ· τῆς σχέσεώς μας μέ τόν ἑαυτό μας.


Ἡ ραθυμία, ἡ ἄλλη ὄψη τῆς βίας


Ἡ δαιμονική βία, στή λανθάνουσα λειτουργία της μέσα στόν ἀνθρώπινο ψυχισμό, δείχνει ἕνα ἄλλο πρόσωπο, πολύ διαφορετικό ἀπό ἐκεῖνο, πού ἡ πρώτη ἐντύπωση μᾶς δίνει νά ἀντιληφθοῦμε, ὅταν ἡ βία αὐτή εἶναι ἔκδηλη καί ἐμφανής καί ἄμεσα καταστροφική.


Ἡ λανθάνουσα βία, δηλ. ὁ ἀφανής καί ἀνύποπτος καί ἀθόρυβος τρόπος λειτουργίας τῆς βίας, στά πρῶτα της βήματα, μέσα στόν παραδείσιο χώρο, σφραγίζει πολύ βαθειά καί σχεδόν ἀνεξίτηλα(;) τό ἀνθρώπινο πρόσωπο μέ τόν πιό ἀπατηλό χαρακτήρα της· τή ραθυμία!

Στήν κοινή λογική ἡ ραθυμία, ἡ νωχέλεια, ἡ ἀβελτηρία καί γενικά ἡ παραλυτική ἀδράνεια τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, φαίνεται σάν μιά συμπεριφορά ἤ ἐνέργεια ἐντελώς ἀντίθετη μέ τήν ἔννοια τῆς δυναμικῆς ἤ ἔντονα ἐπιθετικῆς συμπεριφορᾶς τῆς βίας. Βία καί ραθυμία φαίνονται σάν δύο ἀντίθετες καί ἐντελῶς διάφορες, μεταξύ τους, συμπεριφορές καί λειτουργίες τοῦ ἀνθρωπίνου ψυχισμοῦ.

Κι ὅμως! Ἡ ραθυμία καί μάλιστα στήν ὑπαρξιακή της ποιότητα καί ἐκδοχή, εἶναι τό ἄλλο, ἀπατηλό, πρόσωπο τῆς δαιμονικῆς βίας.

Κι αὐτό εἶναι αὐτονόητο. Ἔάν εἶναι στή φύση καί στόν λειτουργικό-δυναμικό χαρακτήρα τῆς βίας νά... βιάζει, δηλαδή νά καθηλώνει σέ δουλεία καί αἰχμαλωσία, σέ ἀλύτρωτη ὑποταγή καί σέ ἀθεράπευτη παγίωση, τόν ἀνθρώπινο ψυχισμό, τό ἀποτέλεσμα αὐτοῦ τοῦ εἴδους βιασμοῦ τοῦ ψυχισμοῦ αὐτοῦ, εἶναι ἀκριβῶς ἡ κατάσταση τῆς ὑπαρξιακῆς ἀδράνειας καί νωθρότητος, δηλ. τῆς ραθυμίας.

Περνώντας ἑπομένως ὁ ἀδαμικός ἄνθρωπος, στόν ἀμετάκλητα δουλωτικό, γι' αὐτόν, χῶρο τῆς ἐξουσίας τῆς βίας, περιεβλήθη τά σιδηρά της δεσμά, ἀφοῦ ἡ βία καθήλωσε τόν ἀνθρώπινο ψυχισμό στή δουλεία μιᾶς ἀθεράπευτης πλέον ὑπαρξιακῆς ραθυμίας καί μιᾶς βαθειᾶς ψυχοδυναμικῆς ἀδρανείας, ὥστε νά φαίνεται πλέον ἀδύνατη ἡ ἐπιστροφή του ἀπό τή... βία.


Φαινομενικά εἶναι πάντα ἀπορίας ἄξιοτό γεγονός, ὅτι ὁ Ἀδάμ δέν μπόρεσε, προκαλούμενος ἀπό τό Θεό μ' ἕνα ὄντως ἀφυπνιστικό ἐρώτημα· "Ἀδάμ, ποῦ εἶ;", νά ἐπιστρέψει στό χῶρο τῆς ἐλευθερίας τοῦ Θεοῦ ἀπό τό πάντοτε ἀνοιχτό γι'αὐτόν μονοπάτι τῆς μετανοίας.

Ὁ Ἀδάμ, τή στιγμή πού ἀπαντοῦσε στήν πρόκληση αὐτή τοῦ Θεοῦ, εἶχε ἤδη μπροστά του ἀνοιχτή θύρα μετανοίας, πού κρατοῦσε τήν εἴσοδό της, ἐπίμονα ἐλεύθερη, ἡ ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Κι ὅμως. Ὁ Ἀδάμ δέν μπόρεσε νά περάσει τό κατώφλι τῆς θύρας αὐτῆς. Ἔμεινε καρφωμένος σέ μιά ἀδράνεια καί ἀκινησία ἀμετανοησίας, ὁπωσδήποτε ἐντυπωσιακῆς, γιά τό βάθος καί τίς διαστάσεις τοῦ ἀδαμικοῦ ψυχοδυναμισμοῦ, πού κρατοῦσε καθηλωμένο (στήν ἀμετανοησία αὐτή) ἡ δεσποτεία τῆς δαιμονικῆς βίας.


Πάντως, ψηλαφώντας πάρα πέρα τίς βαθειές καί οὐσιαστικές, γιά τήν ἀλλοτρίωση τοῦ ἀδαμικοῦ προσώπου, συνέπειες τοῦ πρωτογενοῦς μπολιάσματός του, μέ τό δουλωτικό, γι' αὐτό τό πρόσωπο , ἰό τῆς δαιμονικῆς βίας, στήν προβληματική του ἀντίσταση στή μετάνοια καί ἐπιστροφή στήν ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ, φθάνουμε σέ μιά πιό συγκεκριμένη διαπίστωση, ὅτι δηλ. ἡ ἐντροπή φαίνεται, ἐκ πρῶτης ὄψεως, νά ἀποτελεῖ τόν ἐσώτερο πυρήνα τῆς ὑπαρξιακῆς ραθυμίας, ὡς ἀντιστάσεως τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου στή μετάνοια καί ἐπομένως στή δυνατότητα τῆς σωτηρίας του.

Πράγματι! Ἕνα βασικό "σκάνδαλο", στό ὅποῖο παγίδευσε ἡ δαιμονική βία τό ἀδαμικό πρόσωπο, ἦταν ἤδη ἡ αἰσχύνη, ἡ ἐν-τροπή!

Οἱ πρωτόπλαστοι, μετά τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, εἶδαν ἔντρομοι καί καταντροπιασμένοι τήν ταπεινωτική γι' αὐτούς, εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ τους, σέ σχέση μέ τό κάλλος, πού προηγουμένως εἶχε ἡ εἰκόνα αὐτή, προικισμένη καθώς ἦταν μέ τά θεόκτιστα χαρίσματα τοῦ "κατ' εἰκόνα".

Ἀλλά, καθώς τελοῦσαν πάντοτε κάτω, ἀπό τήν καθοριστική πλέον γιά τή ζωή τους, αἰχμαλωσία τῆς δαιμονικῆς βίας, διάλεξαν τόν χειρότερο τρόπο γιά τή θεραπεία τοῦ φόβου τους καί τῆς ἐντροπῆς τους: τό "κουκούλωμα" τῆς γυμνότητός τους! "Ἔρραψαν φύλα συκῆς" γιά νά καλύψουν αὐτή τή γυμνότητα. Μέ φτηνά καί σαθρά "ἐπιχειρήματα" ("φύλλα") προσπάθησαν νά ξεγελάσουν τόν ἐαυτό τους καί νά κρυφθοῦν, κυριολεκτικά, πίσω ἀπό τό δάκτυλό τους, γιά νά μή βλέπουν τήν ταπεινωτική γι' αὐτούς εἰκόνα του.


Τό κουκούλωμα αὐτό τῆς γυμνότητος τῶν παραβατῶν τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, τόσο εὔλογο καί τόσο... ἀθῶο, λειτουργεῖ, στήν περίπτωσή τους, ὡς προσπάθεια ἀπωθήσεως (καλύψεως) τῆς ἐνοχῆς τους γιά τή γυμνότητα αὐτή. Πρόκειται ἐδῶ γιά τό χειρότερο ἐκβιασμό τοῦ ἑαυτοῦ μας ἀπό τόν ἑαυτό μας.

Ὅταν ἡ προσωπική μας εἰκόνα εἶναι ταπεινωτική στά μάτια τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅταν ντρεπόμαστεγι΄'α τόν ἑαυτό μας, ἀσκοῦμε συχνά, τή βία τοῦ κουκουλώματος. Κλείνουμε τά μάτια μαςστήν πραγματικότητα τοῦ καταντήματός μας καί τά κρατᾶμε ὀρθάνοιχτα μπροστά στίς ψευδαισθήσεις καί φαντασιώσεις μιᾶς εἰκόνας τοῦ ἑαυτοῦ, ὅπως τή θέλουμε καί ὅπως μᾶς ἀρέσει.

Ἡ φυγή αὐτή ἀπό τήν πραγματικότητα τῆς ταπεινωτικῆς γιά μᾶς εἰκόνος τοῦ ἑαυτοῦ μας, στίς ψευδαισθήσεις καί φαντασιώσεις αὐτές εἶναι μιά βίαιη ("ἀσυνείδητη") φυγή στό χῶρο τῆς ἀμετανοησίας, γι' αὐτό πού τώρα εἴμαστε.

Τό εἶδος ἐξάλλου αὐτό τῆς βίας, πού φρουρεῖ ἄγρυπνα τό χῶρο τῆς ἀμετανοησίας, τό ἀποκαλύπτει ξεκάθαρα ἡ ἀντίδραση τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου στήν πρόκληση γιά μετάνοια, μπροστά στήν ὁποία τόν ἔθεσε ὁ Θεός· "Ἀδάμ, ποῦ εἶ;"!

Ὄντως! Φόβος και φυγή συνθέτουν τό εἶδος τῆς βίας, κάτω ἀπό τήν ὁποία κρατεῖται δουλωτικά ὁ παραβάτης τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ἀδαμικός ἄνθρωπος.

- "Ἐφοβήθην καί ἐκρύβην", ὁμολογεῖ ὁ ἄνθρωπος αὐτός, τή στιγμή, πού ὁ Θεός τόν καλεῖ σ' ἕνα νέο διάλογο μετανοίας.

Φόβος καί κρύψιμο τοῦ ἑαυτοῦ πίσω ἀπό τόν ἑαυτό του! Αὐτό εἶναι τό ἀντιφατικό καί συγκρουσιακό, ἑνδοψυχικό, εἶδος τῆς βίας, τῆς δαιμονικῆς βίας, πού φρουρεῖ ἐπίμονα κάθε θύρα μετανοίας τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου.


Κάθε ἀμαρτωλός, στήν περίπτωση που συλλαμβάνει τό μήνυμα τῆς σωτηρίας του, μέσα ἀπό τό νόημα καί τό πνεῦμα τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας, ἀντιλαμβάνεται τήν πραγματικότητα τῆς λυτρωτικής του λειτουργίας, στό μέτρο τοῦ προσωπικοῦ του προβληματισμοῦ καί τῆς δυνατότητος τῆς πνευματικῆς του ὁράσεως, ἀλλά, τίς περισσότερες φορές, αἰσθάνεται τήν ἀντίδραση τοῦ "ἑαυτοῦ" σέ κάθε βῆμα μετανοίας καί πνευματικῆς ἀνανήψεως καί ἐσωτερικῆς ἐπομένως ἐλευθερίας.

Ἡ ἀντίδραση αὐτή ἔχει πάντοτε τό νόημα τοῦ φόβου καί τῆς φυγῆς πρό τοῦ πρός τήν μετάνοια προσανατολιζομένου ἑαυτοῦ. Ἐξάλλου ὁ φόβος αὐτός καί ἡ φυγή, ὡς συμπεριφορά "πρός τά πίσω", στήν καθήλωση τῆς ἀμετανοησίας, τῆς ἀκινησίας πρός τήν μετάνοια, ἔχει τελικά τό νόημα τῆς ραθυμίας.

Ἡ ραθυμία αὐτή φαίνεται νά ἔρχεται ἀπό τό βάθος τοῦ ἑαυτοῦ του, ὡς ἀντίσταση στήν ἀποκάλυψη τῆς ἐσωτερικότητος τοῦ ἑαυτοῦ του μπροστά στά μάτια τοῦ ἑαυτοῦ του.

Κάθε αἰσθητή πρόκληση ἤ προτροπή μετανοίας φαίνεται νά εἰσχωρεῖ πολύ βαθειά, στόν ἐσωτερικό χῶρο τοῦ ἑαυτοῦ, καί φαίνεται νά ἀπειλεῖ μιά ῎ανοδο, στήν ἐπιφάνεια τῆς συνειδήσεως, πολύ ἀτομικῶν ἀλλά καί πολύ ἐνδοψυχικῶν καί γι' αὐτό "μυστικῶν" περιεχομένων τῆς προσωπικῆς ζωῆς.

Κι αὐτή ἡ αἴσθηση, ὡς πιθανότητα ἐξωτερικεύσεως ψυχικῶν περιχομένωντῆς προσωπικότητος , ὅλως διόλου ἀτομικῶν, φαίνεται νά ἐνοχλεῖ καί μάλλον ἤδη νά τραυματίζει τήν αὐτοσυνειδησία τῆς προσωπικῆς εἰκόνος τοῦ ἑαυτοῦ. Τό γεγονός αὐτό βεβαίωσε ὁ Ἀδάμ μέ τήν ἀντίδρασή του στήν πρόκληση τοῦ Θεοῦ· "Ἀδάμ, ποῦ εἶ;". Κι αὐτό ἀκριβῶς τό ἀντιδραστικό στοιχεῖο, ὡς ὁ πιο ἐσωτερικός πυρήνας τῆς δαιμονικῆς βίας, φαίνεται νά ἐμποδίζει τόν ἄνθρωπο νά σταθεῖ μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ του μέ αἴσθημα ἀντικειμενικῆς εἰλικρίνειας καί ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας.

Ἔτσι ἡ ἀντίσταση στή μετάνοια, μέ τό ἐπιχείρημα τῆς ἐντροπῆς, ἀποτελεῖ διεργασία τῆς δαιμονικῆς βίας, πού ἐκφράζεται μέ τό προσωπεῖο τῆς ραθυμίας καί τῆς ἀσυνείδητης, παραλυτικῆς ἀδρανείας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.


Πῶς μπορεῖ νά ἐλευθερωθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν αὐτόματη (ἀνακλαστική) αὐτή λειτουργία τῆς ἀντιδραστικῆς βίας καί νά προχωρήσει σ' ἕνα λυτρωτικό διάλογο τοῦ ἑαυτοῦ του μέ τόν ἑαυτό του;

Τό ἐρώτημα αὐτό ἀποτελεῖ μιά ἀπό τίς πιό κρίσιμες, γιά τήν αὐθεντική ὑπαρξιακή καταξίωση τοῦ συνειδητοῦ χριστιανοῦ ἀνθρώπου, ἀπορίες. Γαιτί εἶναι γεγονός ἀναμφισβήτητο, ὅτι καί ὁ καλοπροαίρετος χριστιανός ἄνθρωπος αἰσθάνεται σέ πολλές περιπτώσεις, μιά πολύ ἐσωτερική ἀπροθυμία καί ραθυμία, να προχωρήσει στή βιωματική -πρακτική συνέπεια τῆς πίστεώς του καί τῆς ἀγαθῆς προαιρέσεώς του γιά τή σωτηρία του.

Σέ πολλές περιπτώσεις ὁ χριστιανός ἄνθρωπος, ὁ καλοπροαίρετος καί συνειδητός χριστιανός, γνωρίζει τί τοῦ ὑπαγορεύει νά πράξει καί νά βιώσει ἡ πίστη του καί ἡ ἀφοσίωσή του στήν εὐαγγελική ἀλήθεια. Ἀκούει καί ἀποδέχεται, μέ εἰλικρίνεια καί ἐσωτερική ἱκανοποίηση, τό ζωοποιό λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἀκούγεται καί λαλεῖται καί αἰσθάνεται, ὁ χριστιανός αὐτός, νά φωτίζεται τό πνεῦμα του, ὅταν μελετάει τό λόγο τοῦ Θεοῦ! Ἀλλά...!

Ἀλλά διαπιστώνει καί ὁ ἴδιος συγρόνως πόσο δυσκίνητος εἶναι στήν ἄμεση καί συνεπή βίωση τῆς εὐαγγελικῆς ἀληθείας. Βεβαιώνεται συχνά, ἀπό τή δική του πεῖρα, πόσο ράθυμος καί ἀδρανής εἶναι στή βίωση αὐτῆς τῆς ἀληθείας. Αἰσθάνεται ὅτι τοῦ εἶναι πιό βολικό νά ἀναβάλλει κάποια συγκεκριμένη κίνηση ἤ προσπάθειά του πρός τήν κατεύθυνση αὐτῆς τῆς βιώσεως. Ἔτσι ἐκείνο πού κατασταλάζει, σάν ὑποσυνείδηρη ἤ λανθάνουσα αἴσθηση στό πνεῦμα του, εἶναι ἡ καθήλωσή του στήν πνευματική ραθυμία καί ἀδράνεια.

Ἡ αἴσθηση αὐτή εἶναι ἡ βαρειά κληρονομιά τῆς ἀδαμικῆς ἀντιστάσεως στήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ γιά μετάνοια καί ἐπιστροφή στό χῶρος τῆς ἐλευθερίας τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.

Ἡ δαιμονική βία, πού εἰσῆλθε στόν ἀνθρώπινο ψυχισμό, μέ τή διάπραξη τῆς ἀδαμικῆς ἀμαρτίας, βιώνεται πλέον, ἀκόμη καί στήν περίπτωση τοῦ καλού χριστιανοῦ, ὡς καθήλωση στήν ὑπαρξιακή ραθυμία καί τήν ἀμέλεια.

Πρόκειται πράγματι γιά τήν κρισιμότερη ἀφροσύνη, πού δεσπόζει μέσα στό ἀνθρώπινο (χριστιανικο) πνεῦμα καί συντηρεῖ τή ραθυμία τῆς ὑπάρξεως· "ἐκ γάρ τῆς ἀφροσύνης γίνεται ἡ ραθυμία".

Ἡ μεταπτωτική ὑπαρξιακή πορεία τοῦ ἀνθρώπου μέσα στό καθεστώς τῆς βίας τῆς ἀμετανοησίας

Ὁ Ἀδάμ πάντως ὑπέκυψε στήν πίεση τῆς δαιμονικῆς βίας καί κράτησε τά πόδια του κολλημένα στό χῶρο τῆς ἀμετανοησίας.
Μιά προϋπόθεση γιά μιά τέτοια ἐμμονή ἦταν βέβαια καί ἡ βίαιη, μέσα σέ μιά μόνο στιγμή, ἀλλαγή τῆς ὑπαρξιακῆς του προοπτικῆς.

Μέ τήν προσδοκία τῆς ἄμεσης κατακτήσεως τῆς αὐτοθεΐας καί ἰσοθεΐας ("Καί ἔσεσθε ὡς Θεοί"), πού τοῦ ὑπαγόρευσε ἡ δαιμονική παρέμβαση, λαχτάρησε ὁ ἀδαμικός ἄνθρωπος μιά πραγματικά ἰσόθεη ἀνύψωση τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἔτσι τή στιγμή πού ἔχανε, μέ τήν πράξη τῆς παραβάσεως, ἀπό τό ὀπτικό πεδίο τῆς συνειδήσεώς του, τήν "εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν", τοῦ Θεοῦ, προσδοκοῦσε καί ἀνέμενε, μέ σίγουρη αἰσιοδοξία, νά γεμίζη τό ὀπτικό του αὐτό πεδίο μέ τήν "ὑπερμεγέθη", "θεοποιημένη" εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ του.

Καί πραγματικά ἔτσι ἔγινε! Τη θέση τοῦ Θεοῦ, τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, στήν προπτωτική ἀδαμική συνείδηση, κατέλαβε ἡ προσωπική εἰκόνα τοῦ αὐτουργοῦ, τῆς παραβάσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου.

Ναί! Ὁ ἄνθρωπος "μεταποιήθηκε", μέ τή συνεργία τῆς δαιμονικῆς βίας σέ "Θεό"! Ὁ ὄφις εἶχε, ἀπό κάποια ἀλλη ἄποψη "δίκιο". Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε "Θεός"!

Ἤ μάλλον ἡ εἰκόνα, ἠ αὐτοσυνειδησία του ἀνθρώπου γέμισε μέ τη δική του, "θεϊκῆς" πλέον ποιότητος, εἰκόνα!

Ἀλλά ἐπρόκειτο φυσικά γιά τήν ψευδαίσθηση ἐκείνη, πού ἡ δαιμονική βία ἐγέννησε μέσα στό κέντρο, τόν ὀμφαλό τῆς αὐτοσυνειδησαίας του, γιά νά ἐμποδίση ἀποτελεσματικά κάθε προσπάθεια ἐξόδου τοῦ ἑαυτοῦ του ἀπό τόν ἑαυτό του, ἀπό τήν αὐθεντική δίοδο διαφυγῆς, ἀπό τό πέρασμα τῆς μετανοίας.

Ἔτσι ἐγκλωβισμένος ὁ Ἀδάμ σ' ἕνα ἐγωκεντρικό καί σέ μιά "ταυτοποίηση" τοῦ ἑαυτοῦ του, δαιμονικῆς ποιότητος καί... τεχνολογίας, ἔμεινε καρφωμένος στή θέση καί τήν κατάσταση τῆς ἀμετανοησίας.

Εἶχε διαλέξει πλέον τό δρόμο του! Ἦταν ὁ δρόμος τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καί τῆς αὐτολατρείας, τῆς ναρκισσιστικῆς του θωπείας. Ἡ δαιμονική βία εἶχε κερδίσει καί τό τελευταῖο της χαρτί. Ἡ ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ δέν τόν ἔπεισαν νά ἐπιστρέψει ἀπό τή δαιμονική βία στήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θεός πάντως, σεβόμενος τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καί ἐπομένως τίς προσωπικές του ἐπιλογές, δέν ἔμενε νά κάνει τίποτε ἄλλο, παρά νά "κατευοδώσει" τόν παραβάτη ἀδαμικό ἄνθρωπο στή νέα ὑπαρξιακή του πορεία, ἔξω ἀπό τόν παράδεισο, στήν πορεία τοῦ ἐγωκεντρισμού καί τῆς αὐτοθεΐας!

Ναί! Ὁ Θεός κατευόδωσε, τόν ἀποστάτη τῆς ἀγάπης του καί τοῦ ἐλέους του, ἀδαμικό ἄνθρωπο, στήν πορεία τῆς ἀμετανοησίας του.

Δέν τόν ἄφησε νά φύγει ἐντελῶς ἀνίδεος καί ἀπαρηγόρητος, χωρίς μιά ἐλπίδα καί μιά δυνατότητα προσδοκίας ἀπελευθερώσεως ἀπό τήν ἀμετανοησία του, δηλ. ἀπό τόν ἑαυτό του, τό δουλωμένο στή δαιμονική βία ἑαυτό του.

Τοῦ παρέδωσε, ὡς φυλακτό καί ἰδιαίτερη εὐλογία, τό πρῶτο εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας του, τό "πρωτευαγγέλιο" μιᾶς ἐλπίδας καί μιᾶς προσδοκίας καινούριας, λυτρωτικῆς ὑπαρξιακῆς προοπτικῆς.

Συγχρόνως ὅμως τόν ἐνημέρωσε, ὡς πρός τίς δυσκολίες πού θά ἀντιμετώπιζε στήν πορεία τῆς ἀποστασίας του καί τῆς ἐμμονῆς του στήν ἀμετανοησία του. Τοῦ ξεκαθάρισε, ὅτι τό κυριαρχικό στοιχεῖο, στή νέα ποιότητα ζωῆς πού διάλεξε, θά εἶναι πάντοτε ἡ ἐξουθενωτική γι' αὐτόν καί ἀνελέητη καταπίεση τῆς δαιμονικῆς βίας.

Ὄχι! Ὁ Θεός δέν ἐτιμώρησε τόν παραβάτη τῆς ἐντολῆς του ἀδαμικό ἄνθρωπο. Τοῦ διευκρίνησε ἀπλῶς τό εἶδος καί τόν τρόπο τῆς νέας ζωῆς του. Τοῦ ἐξήγησε τό εἶδος καί τόν τρόπο τῆς συμπεριφορᾶς πρός αὐτόν τῆς δαιμονικῆς βίας, πού, ὁ ἴδιος αὐτός ἄνθρωπος, ἀποδέχθηκε ὡς σύμβουλο καί ὁδηγό του, κατά τήν προσπάθεια τῆς συλλογιστικῆς "ἐπεξεργασίας" τοῦ ὑπαρξιακοῦ του διλλήματος νά ἐπιλλέξει τό ἕνα ἤ τό ἄλλο. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἤ τήν ὑποβολή τοῦ διαβόλου.

"Τῶ δέ Ἀδάμ εἶπεν (ὁ Θεός)· ὅτι ἤκουσας τῆς φωνῆς τῆς γυναικός σου καί ἔφαγες ἀπό τοῦ ξύλου, ο῟υ ἐνετειλάμην σοι τοῦτου μόνου μή φαγεῖν, ἀπ' αὐτοῦ ἔφαγες, ἐπικατάρατος ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου· ἑν λύπαις φαγῇ αὐτήν πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου· ἁκάνθας καί τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καί φαγῇ τόν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. Ἐν ἰδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τόν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἁποστρέψαι σε εἰς τήν γῆν, ἐξ ἦς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ.

Ἡ μαρτυρική αὐτή πορεία τοῦ ἀνθρώπου, στό χῶρο τῆς ἀμετανοησίας του, προδιαγράφεται στά λόγια αὐτά τοῦ Θεοῦ ὡς ἀντιδικία τοῦ ἀνθρώπου μέ τή βία!

Ἀλλά βέβαια ἡ ἀθέτηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ δέν ἐτύφλωσε τελείως, σέ βαθμό δηλ. ὁριστικῆς νεκρώσεως, τή συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου. Ἄν καί βυθίστηκε ὁ νοῦς του στό σκότος τῆς δαιμονικῆς γοητείας καί ἄν καί ἀλλοιώθηκε, πρός "ὄφελος" αὐτῆς τῆς γοητείας, ἡ πνευματική δυναμική τοῦ θεογενοῦς ἀξιολογικοῦ του κριτηρίου, ἔμεινε σέ λειτουργία, στοιχειώδους ἱκανότητος διακρίσεως, ἕνα ἐλάχιστο δυναμικό τῆς συνειδήσεως αὐτῆς, ὥστε νά ἀποδεικνύεται ἀληθινός καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο, ἡ γεῦση τοῦ καρποῦ τοῦ ἀπηγορευμένου δένδρου, θά κατέλιπε στή συνείδηση τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου τή στοιχειώδη ἱκανότητα τοῦ "γινώσκειν καλόν καί πονηρόν".

Ὁ ἀδαμικός ἄνθρωπος, πρίν ἀπό τή πτώση του, εἶχε γεύση καί πεῖρα τοῦ ἀγαθοῦ, ἀφοῦ τό "κατ' εἰκόνα", ἡ πνευματική του δηλαδή ὑπόσταση καί προῖκα, ἦταν θεόκτιστη καί θεογενής. Κατά τήν πτώση του ὅμως αὐτός ἔλαβε πλέον καί πεῖρα τοῦ πονηροῦ καί γιά τό λόγο αὐτό ἀκριβῶς θά μποροῦσε νά αἰσθάνεται καί νά ἀντιλαμβάνεται τήν ἐξουσιαστική, πάνω σ' αὐτήν, "πονηρή" κυριαρχία τῆς βίας ὡς τό κατ' ἐξοχήν ἀρνητικό στοιχεῖο τῆς ταλαίπωρης καί μαρτυρικῆς του ζωῆς.

Ἐτσι ἐξ ἀρχῆς τῆς πορείας του, ἀντιλήφθηκε, ὅτι αὐτό πού καταστάλαξε, σάν βασικός του ὑπαρξιακός προβληματισμός ἦταν πλέον ἡ ἀντιδικία του μέ τή βία.


Ναί. Κάθε πρόβλημα τῆς νέας του ζωῆς, μικρό ἤ μεγάλο, κάθε ἀντιξοότητα καί δυσκολία, στήν προσπάθεια τῆς ἐπιβιώσεώς του, ἀλλά καί κάθε πόνος καί ὀδύνη, κάθε ἀπογοήτευση καί ἀπελπισία, στό συνολικό τρόπο ὑπάρξεως, ἀλλά καί στις λεπτομέρειες τῆς καθημερινότητος, ἐπρόκειτο νά βιώνεται στό ἑξῆς ὡς καταπιεστική καί ἐξουθενωτική παρουσία βίας καί ἀλύτρωτου καί ἀναπόφευκτου ἀναγκσμοῦ.

Καί, πάνω ἀπ' ὅλα αὐτά ὁ θάνατος. Πολύ ἐνωρίς κατάλαβε ὁ ἄνθρωπος, ὅτι ἡ ἀντιδικία του μέ τή βία τελείωνε μ' ἕνα ἀναπόφευκτο γεγονός· μέ τό θάνατο.

Αὐτό ἐσήμαινε πλέον γιά τόν ἄνθρωπο, ὅτι ἡ βία ἐγκαινίαζε τήν εἴσοδό του στή ζωή ("Καί τῆ γυναικῖ εἶπε... ἐν λύπαις τέξῃ τέκνα") ἀλλά καί ἔκλεινε τελεσίδικα τήν αὐλαία τῆς ὑπάρξεως· "ἔσχατος γάρ ἔχθρός ὁ θάνατος"!

Ἡ ἐπιλογή ἑπομένως τῆς ἀμετανοησίας καί ἡ ἀντίσταση τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου στή μετάνοια, στήν ἀναγνώριση καί ἀποδοχή τῆς προσωπικῆς του εὐθύνης καί ἐνοχῆς γιά τήν τραγωδία τῆς πτώσεως, τόν παγίδευσε ἀμετάκλητα στό ἰσόβιο τυραννικό καθεστώς τῆς δαιμονικῆς βίας.


Βέβαια, τό ἀναμφισβήτητο δικαίωμα τοῦ ἀδαμικοῦ ἀνθρώπου γιά ἐπιλογή (ὅποια κι ἄν ἦταν αὐτή) φαίνεται νά βρίσκεται σέ κάποια ἀντίφαση μέ τήν τραγωδία τῆς πτώσεως καί τήν ἀμετάκλητη δουλεία τουστήν τυραννία τῆς δαιμονικῆς βίας. Ἀλλ' ἐάν τό ἀποτέλεσμα, κάθε ἐπιλογῆς τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ, ἦταν μόνο θετικό γι' αὐτόν "ἐκ προδιαγραφῆς" (δηλ. "ἐκ κατασκευῆς"), στήν οὐσία δέν θά εἶχε δυνατότητα ἐπιλογῆς καί ἄρα δικαίωμα ἐπιλογῆς.

Δηλαδή δέν θά ἦταν πλασμένος πραγματικά ἐλεύθερος! Θά ἦταν ὑπό τήν ἀπόλυτη (καί ἐπομένως δεσμευτική γι' αὐτόν) δεσποτεία τοῦ ἀγαθοῦ καί τοῦ θετικοῦ, χωρίς καμία δυνατότητα ἐλεύθερης, προσωπικῆς ἐπιλογῆς μεταξύ ἀντιθέτων. Μεταξύ τοῦ θετικοῦ καί τοῦ ἀρνητικοῦ, τοῦ καλοῦ καί τοῦ πονηροῦ.

Σέ μιά τέτοια περίπτωση δέν θά ἦταν δυνατό νά τοῦ καταλογισθεῖ ὁποιαδήποτε εὐθύνη γιά καλή ἤ πονηρή ἐπιλογή. Δέν θά ἦταν ἔνοχος καί ὑπεύθυνος γιά μιά ἀρνητική, γιἀ τήν ὕπαρξή του, ἐπιλογἠ οὔτε ἀξιέπαινος γιά μιά ἐλεὐθερη, χωρίς καμμία πίεση ἤ άναγκασμό, προτίμησή του, ἀφοῦ δέν θά εἶχε μιά τέτοια δυνατότητα.

Ἡ ἐπιλογή ὅμως τοῦ ναί ἤ τοῦ ὄχι, στόν ἀπηγορευμένο καρπό, ἀποτελεῖ ὡς δυνατότητα ἀλλά καί δικαίωμα ἀξιολογικῆς διακρίσεως, τή λυδία λίθο τῆς ἐλευθερίας μέ τήν ὁποία ὁ Θεός ἐπροίκισε τό τελειότερο δημιούργημά του.

Ἐτσι στό καθεστώς τῆς τυραννίας καί τῆς δουλείας τῆς δαιμονικῆς βίας εἰσῆλθε ὁ ἄνθρωπος κάνοντας χρήση τοῦ ὑψίστου καί θεοειδοῦς ("κατ' εἰκόνα") δικαιώματος τῆς ἐλευθερίας του. Αὐτό τό τελευταῖο γεγονός δείχνει, ὅτι ἡ ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἀμετανοησία (τό καθεστώς τῆς δαιμονικῆς βίας) στή μετάνοια (στήν ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ) πρέπει νά γίνει μόνο ἀπό τόν ἴδιο δρόμο· ἀπό τό δρόμο τῆς δικῆς του προσωπικῆς καί ἐλευθέρας ἐπιλογῆς.

Μέ τή χρήση τῆς δικῆς του έλευθερίας μπῆκε ὁ ῎ανθρωπος στήν παγίδα τῆς δαιμονικῆς βίας. Μέ τήν χρήση τῆς δικῆς του ἐλευθερίας πρέπει πάλι νά βγῆ ἀπό τήν παγίδα αὐτή.

Μιά τέτοια δεοντολογία διασώζει ὄχι μόνο την πραγματικότητα τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου ἀλλά καί τήν ἀξιοπρέπεια τῆς ὑπαρξιακῆς του ποιότητος, ἡ ὁποία, ἔστω καί μεταπτωτική (ὑποβαθμισμένη ἀξιολογικά) φέρνει μέσα της τό σπέρμα τῆς θεϊκῆς της προελεύσεως καί καταγωγῆς.

Μόνο πού μιά τέτοια, ἐλεύθερη καί ἀξιοπρεπής, ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τή βία, πρέπει νά γίνει ἤ μπορεί μόνο νά γίνει, διά τῆς... βίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου