Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

Η βίωση της χαρμολύπης στην ορθόδοξη πνευματικότητα

 


harmolipiΤου Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού | ROMFEA.GR

Η περίοδος του Τριωδίου και ιδιαίτερα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, είναι για την Αγία μας Εκκλησία η ιερότερη χρονική διάρκεια του ενιαυτού.

Είναι το νοητό στάδιο όπου ο κάθε πιστός καλείται να δώσει τον προσωπικό του αγώνα για την ψυχοσωματική του κάθαρση από τους ρίπους της αμαρτίας.

Να βιώσει την ορθόδοξη πνευματικότητα, η οποία ταυτίζεται με την ανάκτηση της αυθεντικής του φύσεως, από τη φθορά και την αμαρτία, «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ.4,13).

Η προπαρασκευή μας για τον εορτασμό του Πάσχα είναι ταυτόσημη με την πνευματική μας προαγωγή και ωρίμανση, ώστε να καταστούμε «σύμμορφοι της εικόνος του Υιού (του Θεού)» (Ρωμ.8,29).

Βασικό δείγμα της ορθόδοξης πνευματικότητας είναι το υπέροχο συναίσθημα της χαρμολύπης που σημαίνει τη βίωση ταυτόχρονα του συναισθήματος της χαράς και της λύπης.

Βεβαίως το συναίσθημα αυτό θεωρείται από τους εκτός της Εκκλησίας παράλογο, διότι η χαρά είναι η απουσία της λύπης και η λύπη είναι η απουσία της χαράς.

Η Εκκλησία όμως, πέρα από σώζουσα δυνατότητα για τα ανθρώπινα πρόσωπα, είναι και η μεγάλη ανατροπή κατά των πτωτικών δομών του κόσμου, ώστε οι αρχές και οι πρακτικές της να θεωρούνται από εκείνον ως «παρεκτροπή».

Ως μια τέτοια θεωρείται και το συναίσθημα της χαρμολύπης, την οποία ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αποκαλεί «χαροποιόν πένθος», επισημαίνοντας πως «όποιος πορεύεται με διαρκή θλίψη αυτός γιορτάζει αδιάκοπα»!

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας είναι όντως πραγματιστική και γι’ αυτό βιώνει ταυτόχρονα το ανθρώπινο δράμα και την εν Χριστώ σωτηρία και λύτρωση. Μόνο έτσι συνειδητοποιείται η ανάγκη της σωτηρίας!

Ο Θεός, ως το υπέρτατο αγαθό, είναι η πηγή της χαράς και της αισιοδοξίας. Ο άνθρωπος, το ευγενέστερο δημιούργημα του Θεού, πλάστηκε να απολαμβάνει τις άπειρες δωρεές του Δημιουργού του και να ζει με διαρκή χαρά και αδιατάρακτη ειρήνη, με την προϋπόθεση να είναι εκούσιος κοινωνός του αγαθού και αποδέκτης των εντολών του Θεού.

Στην αντίθετη περίπτωση, θα έχανε τις δωρεές του αγαθού και θα έπιπτε σε ανείπωτη δυστυχία, όπως δυστυχώς και έγινε.

Κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, προτίμησε το κακό, με συνέπεια να χάσει την αρχέγονη ευτυχία του και να περιπέσει σε αφάνταστη δυστυχία.

Απώλεσε κάθε ίχνος αισιοδοξίας και ευτυχίας. Το συνεχώς αυξανόμενο κακό στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους, που συσσώρευε η αμαρτία, βύθιζε όλο και πιο πολύ τον άνθρωπο στην άβυσσο της δυστυχίας με αποτέλεσμα η ιστορία του κόσμου είναι μια ατελείωτη ιστόρηση της ανθρώπινης δυστυχίας και κακοδαιμονίας και οι χαρές και οι ανάπαυλες ειρήνης να είναι σπάνιες.

Ο ερχομός του Κυρίου Ιησού Χριστού στον κόσμο, για να σώσει το ανθρώπινο γένος από την δουλεία του διαβόλου, έφερε μια νέα δυναμική κατά του κακού και της αμαρτίας, οι οποίες ευθύνονταν για την ανθρώπινη κακοδαιμονία.

Έφερε στον αναγεννημένο άνθρωπο ξανά την χαμένη χαρά και αισιοδοξία. Ο πιστός του Χριστού βιώνει πλέον μια νέα πραγματικότητα. Υπερβαίνοντας την απλή βιολογική του ύπαρξη ανάγεται στην κατάσταση του προσώπου, έχοντας ως καθοριστικό πρότυπο το θείο πρόσωπο του Θεανθρώπου.

Η αναγωγή γίνεται αποκλειστικά χάρις σε Εκείνον.

Μέσα σε αυτή την προοπτική ο σεσωσμένος άνθρωπος βιώνει σε κάθε στιγμή της ζωής του τις ευλογίες του Θεού. Η ζωή του στο εξής είναι μια αδιάκοπη ευχαριστία και ένας ασίγαστος αίνος για της θείες δωρεές.

Ο ψυχικός του κόσμος, αλλά και ο κόσμος γύρω του έχει γίνει ξανά «καλός λίαν» (Γεν. 1,31). To υπάρχον κακό στο περιβάλλον του βεβαίως τον αγγίζει, αλλά δεν τον πλήττει καίρια, διότι είναι θωρακισμένος με τη χάρη του Χριστού. «Τα παθήματα του νυν καιρού» (Ρωμ.8,18) είναι για τον πιστό παιδαγωγικά μέσα για την πνευματική του τελείωση.

Η απελπισία αντικαταστάθηκε μέσα στην ψυχή του από αισιοδοξία, επειδή γνωρίζει ότι ο τελικός νικητής θα είναι ο Χριστός και το κακό και η κακοδαιμονία έχει προκαθορισμένο τέλος.

Είναι οπλισμένος με υπομονή, ο οποία γεννιέται από την ελπίδα, που έχει πλημμυρίσει την σκέψη και την καρδιά του, αφού κατά τον απόστολο Παύλο: «ελπίζομεν (και) δι’ υπομονής απεκδεχόμεθα» (Ρωμ.8,25).

Ο κόσμος δεν είναι πια η κόλασή του, όπως πρεσβεύει η εξωχριστιανική απαισιόδοξη διανόηση, αλλά ο προθάλαμος και η πρόγευση του παραδείσου.

Οι συνάνθρωποί του δεν είναι εχθροί και ανταγωνιστές του, αλλά οι αδελφοί του, οι συνοδοιπόροι του στο ταξίδι προς την αιωνιότητα.

Κατανοεί τα όποια προβλήματα σε αυτούς ως «νόσους» και «τραύματα», κατάλοιπα της αμαρτίας και του κακού και γι’ αυτό παραμένει ανεκτικός και ανεξίκακος.

Παράλληλα με τη χαρά και την αισιοδοξία μια λεπτή και διακριτική θλίψη διακατέχει τον πνευματικά καλλιεργημένο πιστό, την οποία θεωρεί ως αρετή, αφού είναι «μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται» (Ματθ.5,4).

Αυτή η λύπη, κατά τον άγιο Συμεών το Νέο Θεολόγο, είναι αποτέλεσμα της ταπείνωσης. Καρπός δε της ταπείνωσης είναι η μετάνοια και σημάδι της μετάνοιας τα δάκρυα.

Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης έλεγε πως για να έχουμε ελπίδα σωτηρίας «πρέπει να βάλλουμε την ψυχή μας στο μούσκιο των δακρύων», επίσης ο αείμνηστος όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς έγραψε πως «ο μόνος τρόπος να δούμε το Θεό είναι τα δακρυσμένα μάτια» (Κεφαλ. Ασκητικά και Θεολογικά).

Θλιβόμαστε για την τραγική κατάσταση του κόσμου, ο οποίος «εν τω πονηρώ κείται» (Α΄ Ιωάν.5,19). Λυπούμαστε διότι υπάρχουν άνθρωποι που προβάλλουν το κακό και την αφύσικη αμαρτωλή ζωή ως φυσική και την εν Χριστώ ζωή και πολιτεία ως αφύσικη!

Λυπούμαστε που πληθώρα συνανθρώπων μας κυλιούνται στο βόρβορο και τη λάσπη της ασωτίας, μη έχοντας την παραμικρή διάθεση για μετάνοια και αλλαγή τρόπου ζωής.

Μας λυπούν επίσης και οι δικές μας πνευματικές εκπτώσεις και οι ενδοτισμοί στους πειρασμούς, διότι διαπιστώνουμε ότι δεν κάνουμε τον πρέποντα αγώνα μας, και ενώ νομίζουμε ότι βιώνουμε την ορθόδοξη πνευματικότητα, υπάρχει πιθανότητα να ενδώσουμε στην αμαρτία και να χάσουμε τις όποιες πνευματικές μας κατακτήσεις.

Λυπούμαστε τέλος για το χαμένο χρόνο που σπαταλήσαμε στην αμαρτία και στερηθήκαμε για πολύ τις σωτήριες δωρεές του Θεού.

Αυτή είναι η μακάρια κατάσταση της χαρμολύπης, την οποία συναντούμε στους πνευματικούς ανθρώπους της Ορθοδοξίας μας, στους ασκητές της ερήμου, αλλά και στους αγωνιστές των πόλεων, οι οποίοι με τη θέλησή τους «ευνούχισαν εαυτούς» (Ματθ.19,12), δηλαδή αποκόπηκαν με τη θέλησή τους από τον κόσμο της πτώσεως και της φθοράς, για να δηλώσουν πολίτες της βασιλείας του Θεού.

Οι ποταμοί των καυτών δακρύων όλων των ευλογημένων χριστιανών είναι προϊόν της ουράνιας χαράς και συνάμα της σωτήριας λύπης που διακατέχουν την ψυχή τους. Είναι ξεχείλισμα των δωρεών του Αγίου Πνεύματος «τοις αγαπώσι τον Θεόν» (Ρωμ.8,28).

Η ιερή περίοδος του Τριωδίου είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για όλους μας για νίψη και κάθαρση, ώστε να νοιώσουμε το υπέροχο συναίσθημα της χαρμολύπης, ως ένδειξη της πνευματικής μας ωρίμανσης.

Τα πρώτα σωματικά και κυρίως τα ψυχικά δάκρυά μας θα σημάνουν την απόφασή μας για μετάνοια, και θα σηματοδοτήσουν την έναρξη μιας νέας βιωτής και το ξεκίνημα μιας νέας πορείας προς τη σωτηρία και τη θέωση.

Να θυμούμαστε πως σε αυτή την κοπιώδη ανάβασή μας δε είμαστε μόνοι, αλλά, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, «Το Πνεύμα συναντιλαμβάνεται ταις ασθενίαις ημών… (και) υπερεντυγχάνει υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις» (Ρωμ.8,26).


Μελαγχολία, θλίψη, άγχος του Γέροντος Πορφυρίου

 


του Γέροντος Πορφυρίου

Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία. Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας, με τις χαρές και τις λύπες όλων. Να τους νιώθουμε δικούς μας, να προσευχόμαστε για όλους, να πονάμε για την σωτηρία τους, να ξεχνάμε τους εαυτούς μας. Να κάνομε το παν γι’ αυτούς, όπως ο Χριστός για μας. Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο και πονεμένο κι αμαρτωλό. Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Τους άλλους πρέπει να αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μη χαθεί κανείς· να μπούν όλοι στην Εκκλησία. Αυτό έχει αξία. Και μ’ αυτή την επιθυμία πρέπει να φύγει κανείς απ’ τον κόσμο, για να πάει στο μοναστήρι η στην έρημο.

Μέσα στην Εκκλησία, που έχει τα μυστήρια που σώζουν, δεν υπάρχει απελπισία. Μπορεί να είμαστε πολύ αμαρτωλοί. Εξομολογούμαστε, όμως μας διαβάζει ο παπάς κι έτσι συγχωρούμαστε και προχωρούμε προς την αθανασία, χωρίς καθόλου άγχος, χωρίς καθόλου φόβο.

Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκλησία Του. Ζει μια τρέλα! Η ζωή αυτή είναι διαφορετική απ’ τη ζωή των ανθρώπων. Είναι χαρά, είναι φως, είναι αγαλλίαση, είναι ανάταση. Αυτή είναι η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή του Ευαγγελίου, η Βασιλεία του Θεού. «Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν» (Λουκ. 17,21). Έρχεται μέσα μας ο Χριστός κι εμείς είμαστε μέσα Του. Και συμβαίνει όπως μ’ ένα κομμάτι σίδηρο που τοποθετημένο μές στη φωτιά γίνεται φωτιά και φως· έξω απ’ τη φωτιά, πάλι σίδηρος σκοτεινός, σκοτάδι.

Όσοι κατηγορούν την Εκκλησία για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για την διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε, βέβαια τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με την προσευχή μας αγκαλιάζουμε κάθε μέλος της και κάνομε ό,τι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνομε το παν, όπως εκείνος, ο οποίος «τις λοιδορίες δεν τις ανταπέδιδε, και όταν έπασχε δεν απειλούσε» (Α΄ Πετρ. 2,23).

Να προσέχουμε και το τυπικό μέρος. Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Σ’ αυτά βρίσκεται η Ορθοδοξία. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία.

Για πολλούς, όμως, η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μια αγωνία κι ένα άγχος. Γι’ αυτό πολλούς απ’ τους «θρήσκους» τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια βρίσκονται. Και πράγματι. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας και δεν την ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστεια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή, που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι άγχος και φέρεται υπό κακού πνεύματος (δηλ. δαιμονικής ενέργειας). Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είμαι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην εκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε, «είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι», και μόλις βγούνε έξω, αρχίζουν να βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. Φαίνεται καθαρά ότι υπάρχει στο μέσον δαιμόνιο.

Στην πραγματικότητα, η χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως, προϋπόθεση, για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος την αλήθεια, είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νού του ανθρώπου, τον μπερδεύει, τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος την αλήθεια.

Στις αιρέσεις πάνε όλοι οι μπερδεμένοι. Μπερδεμένα παιδιά μπερδεμένων γονέων.

Πολλές φορές ούτε ο κόπος, ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι σταυροί προσελκύουν τη χάρη. Υπάρχουν μυστικά. Το ουσιαστικότερο είναι να φύγεις απ’ τον τύπο και να πηγαίνεις στην ουσία. Ό,τι γίνεται, να γίνεται από αγάπη.

Όταν δεν ζείς με τον Χριστό, ζείς μές στη μελαγχολία, στη θλίψη, στο άγχος, στη στενοχώρια. δεν ζείς σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: «Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δύο-τρία παξιμάδια». Κι όμως, αν ζείς σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ’ ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στην λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.

Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι κάτι άλλο. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσομε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό.. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν’ αρχίσει η ζήλια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη δεν αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη λίγο διατηρείται και σιγά σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σε απελπισία. Ο θείος έρως, όμως, μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μία ηδονή ακόρεστος, που δεν την βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.

Όταν αγαπάς τον Χριστό, παρόλες τις αδυναμίες και τη συναίσθηση που έχεις γι’ αυτές έχεις τη βεβαιότητα ότι ξεπέρασες τον θάνατο, γιατί βρίσκεσαι στην κοινωνία της αγάπης του Χριστού.

Τον Χριστό να τον αισθανόμαστε σαν φίλο μας. Είναι φίλος μας. Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: «Εσείς είστε φίλοι μου…» (Ιω. 15,14). Σαν φίλο να τον ατενίζομε και να τον πλησιάζομε. Πέφτομε; Αμαρτάνομε; Με οικειότητα, με αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχομε κοντά του· όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίδει η αίσθηση του φίλου. Να του πούμε: «Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με». Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί. Να μη μας χωρίζει απ’ τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε ότι μας αγαπάει και τον αγαπάμε, δεν θα αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ’ Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρομε ότι μας αγαπάει.

Το Ευαγγέλιο, βέβαια, λέει με συμβολικές λέξεις για τον άδικο ότι θα βρεθεί εκεί, όπου υπάρχει «ο τριγμός και ο βρυγμός των οδόντων», διότι μακράν του Θεού έτσι είναι. Και από τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας πολλοί ομιλούν για φόβο θανάτου και κολάσεως. Λένε: «Έχε μνήμη θανάτου πάντοτε». Αυτές οι λέξεις, αν τις εξετάσομε βαθιά, δημιουργούν τον φόβο της κολάσεως. Ο άνθρωπος προσπαθώντας ν’ αποφύγει την αμαρτία, κάνει αυτές τις σκέψεις, για να κυριευθεί η ψυχή του απ’ το φόβο του θανάτου, της κολάσεως και του διαβόλου.

Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχάριους, γι’ αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ’ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί και χαμερπείς. Αλλ’ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσομε τον Παράδεισο η να γλιτώσομε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσομε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δε μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπεί στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ό,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία.

Όποιος θέλει να γίνει χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αν στραπατσαρισθεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός «χοντρές» ψυχές δεν θέλει κοντά Του.

Κανείς να μη σάς βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ’ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σάς έχω πεί για τ’ αηδονάκι; Μές στο δάσος κελαϊδάει. Στη σιγή. Να πεί πως κάποιος τ’ ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Πόσο ωραίο κελάηδημα στην ερημιά! Έχετε δεί πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ’ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, «φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα». Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, «στεναγμοίς αλαλήτοις».

Περιφρονήστε τα πάθη, μην ασχολείσθε με τον διάβολο. Στραφείτε στον Χριστό.

Η θεία χάρις μας διδάσκει το δικό μας χρέος. Για να την προσελκύσουμε, θέλει αγάπη, λαχτάρα. Η χάρις του Θεού θέλει θείο έρωτα. Η αγάπη αρκεί, για να μας φέρει σε κατάλληλη «φόρμα» για προσευχή. Μόνος Του θα έλθει ο Χριστός και θα εγκύψει στην ψυχή μας, αρκεί να βρει ορισμένα πραγματάκια που να Τον ευχαριστούν· αγαθή προαίρεση, ταπείνωση και αγάπη. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με»

Ο παραμικρός γογγυσμός κατά του πλησίον επηρεάζει την ψυχή σας και δεν μπορείτε να προσευχηθείτε. Το Πνεύμα το Άγιον, όταν βρίσκει έτσι την ψυχή, δεν τολμάει να πλησιάσει.

Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.

Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.

Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.

Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μία αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία· αλλά δεν είναι υγιές.

Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.

Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μία ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.

Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ…». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία· να μη σκέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς η όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ…» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.

Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσομε, κάποτε θα εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσομε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό.

Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σάς σώσει. Αντί να στέκεσθε έξω από την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό, περιφρονήστε τον. Έρχεται από δώ το κακό; Δοθείτε μά τρόπο απαλό από εκεί. Δηλαδή έρχεται να σάς προσβάλει το κακό, δώστε εσείς την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό. Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ξέρει εκείνος πως να σάς ελεήσει, με τι τρόπο. Κι όταν γεμίζετε απ’ το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό. Γίνεσθε μόνοι σας, με τη χάρη του Θεού, καλοί. Που να βρει τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται!

Σάς πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σάς απαλλάξει ο Ίδιος.

Να μη διαλέγετε αρνητικούς τρόπους για τη διόρθωσή σας. Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μία μικρή πείρα σ’ αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.

Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα (δηλ. ο διάβολος) και σάς βουτάει και σάς καθηλώνει και σάς βάζει στη στενοχώρια. Να μην κάνετε καμιά προσπάθεια ν’ απαλλαγείτε από αυτές. Ν’ αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε: «Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή ν’ αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.λπ.». Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι και να πλήττεις, για να γίνεις καλός. Έτσι θ’ αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο, αβίαστα και ελεύθερα. Ούτε να λέτε: «Θεέ μου, απάλλαξέ με απ’ αυτό», παραδείγματος χάριν, τον θυμό, την λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε η και να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος. κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο. Ρίξου με ορμή, για να νικήσεις το πάθος και θα δείς τότε πως θα σ’ αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις να κάνεις τίποτα.

Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσομε το εσωτερικό μας απ’ τα μπερδέματα και τα πάθη.

Αυτό είναι η Εκκλησία μας, αυτή είναι η χαρά μας, αυτό είναι το παν για μας. Και ο άνθρωπος σήμερα αυτό ζητάει. Και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς. αλλά ψεύτικης χαράς. Κάτι αισθάνεται εκείνη τη στιγμή και αύριο είναι τσακισμένος. Το ένα τον τρίβει, τον τρώει, τον τσακίζει, τον ψήνει. Ενώ το άλλο, δηλαδή το δόσιμο στον Χριστό, τον ζωογονεί, του δίνει χαρά, τον κάνει να χαίρεται τη ζωή, να νιώθει δύναμη, μεγαλείο.

Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σάς πονάει το στήθος.

Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.

Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σάς καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.

Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.

Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.

Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί, όταν δεί την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σάς παίρνει είδηση και σάς πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σάς αγκαλιάζει. Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον. Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο. Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.

Ο ταπεινός έχει συνείδηση της εσωτερικής του καταστάσεως και, όσο κι αν είναι άσχημη, δεν χάνει την προσωπικότητά του. Δεν χάνει την ισορροπία του. Το αντίθετο συμβάνει με τον εγωιστή, τον έχοντα αισθήματα κατωτερότητος. Στην αρχή μοιάζει με τον ταπεινό. Λίγο, όμως, αν τον πειράξει κανείς, αμέσως χάνει την ειρήνη του, εκνευρίζεται, ταράζεται.

Όταν ο άνθρωπος ζει χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς εμπιστοσύνη, αλλά με άγχος, αγωνία, κατάθλιψη, απελπισία, αποκτάει ασθένειες σωματικές και ψυχικές. Η ψυχασθένεια, η νευρασθένεια, ο διχασμός είναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο είναι επίσης και η ταπεινολογία. Το λένε αίσθημα κατωτερότητος. Η αληθινή ταπείνωση δεν μιλάει, δεν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή, «είμαι αμαρτωλός, ανάξιος, ελάχιστος πάντων…». Φοβάται ο ταπεινός μήπως με τις ταπεινολογίες πέσει στην κενοδοξία. Η χάρις του Θεού δεν πλησιάζει εδώ. Αντίθετα, η χάρις του Θεού βρίσκεται εκεί όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, η θεία ταπείνωση, η τέλεια εμπιστοσύνη στον Θεό. Η εξάρτηση από Εκείνον.

Ο κενόδοξος την ψυχή του την αποξενώνει απ’ την αιώνια ζωή. Τελικά ο εγωισμός είναι σκέτη κουταμάρα! Η κενοδοξία μας κάνει κούφιους. Όταν κάνομε κάτι για να επιδειχθούμε, καταντούμε άδειοι ψυχικά. Ό,τι κάνομε, να το κάνομε για να ευχαριστήσομε τον Θεό· ανιδιοτελώς, χωρίς κενοδοξία, χωρίς υπηρηφάνεια, χωρίς εγωισμό, χωρίς, χωρίς…

Δεν πρέπει η ψυχή μας ν’ αντιστέκεται και να λέει, «γιατί το έκανε αυτό ο Θεός, γιατί το άλλο αλλιώς, δεν μπορούσε να το κάνει διαφορετικά;». Όλ’ αυτά δείχνουν μία εσωτερική μικροψυχία και αντίδραση. Δείχνουν την μεγάλα ιδέα που έχομε για τον εαυτό μας, την υπερηφάνειά μας και τον μεγάλο εγωισμό μας. Αυτά τα «γιατί» πολύ βασανίζουν τον άνθρωπο, δημιουργούν αυτό που λέει ο κόσμος «κόμπλεξ». παραδείγματος χάριν, «γιατί να είμαι πολύ ψηλός» η – το αντίθετο – «πολύ κοντός;». Αυτό δεν φεύγει από μέσα. Και προσεύχεται κανείς και αγρυπνεί, αλλά γίνεται το αντίθετο. Και υποφέρει και αγανακτεί χωρίς αποτέλεσμα. Ενώ με τον Χριστό, με την χάρη φεύγουν όλα. Υπάρχει αυτό το «κάτι» στο βάθος, δηλαδή το «γιατί», αλλ’ η χάρις του Θεού επισκιάζει τον άνθρωπο κι ενώ η ρίζα είναι το κόμπλεξ, εκεί πάνω φυτρώνει τριανταφυλλιά με ωραία τριαντάφυλλα κι όσο ποτίζεται με την πίστη, με την αγάπη, με την υπομονή, με την ταπείνωση, τόσο παύει να έχει δύναμη το κακό και παύει να υπάρχει· δηλαδή δεν εξαφανίζεται, αλλά μαραίνεται. Όσο δεν ποτίζεται η τριανταφυλλιά, τόσο μαραίνεται, ξηραίνεται, χάνεται και αμέσως ξεπετάγεται αγκάθι.

Εκπειράζουμε τον Θεό, όταν ζητούμε κάτι από Εκείνον, αλλά η ζωή μας είναι μακράν του Θεού. Τον εκπειράζομε, όταν ζητούμε κάτι, αλλά η ζωή μας δεν είναι σύμφωνη με το θέλημά Του-πράγματα, δηλαδή, ενάντια στον Θεό. άγχος, αγωνία, απ’ το ένα μέρος, κι απ’ το άλλο παρακαλούμε.

Μπορεί να σου πεί ο πνευματικός: «Πως θα ήθελα να ήμασταν σε ένα ήσυχο μέρος, να μην είχα ασχολίες και να μου έλεγες τη ζωή σου από την αρχή, από τότε που αισθάνθηκες τον εαυτό σου· όλα τα γεγονότα που θυμάσαι και ποια ήταν η αντιμετώπισή τους από σένα, όχι μόνο τα δυσάρεστα αλλά και τα ευχάριστα, όχι μόνο τις αμαρτίες αλλά και τα καλά. Και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες. Όλα. Όλα όσα απαρτίζουν την ζωή σου».

Πολλές φορές έχω μεταχειρισθεί αυτή τη γενική εξομολόγηση και είδα θαύματα πάνω σ’ αυτό. Την ώρα που λες στον εξομολόγο, έρχεται η θεία χάρις και σε απαλλάσσει από όλα τα άσχημα βιώματα και τις πληγές και τα ψυχικά τραύματα και τις ενοχές· διότι, την ώρα που τα λες ο εξομολόγος εύχεται θερμά για την απαλλαγή σου.

Ας μη γυρίζουμε πίσω στις αμαρτίες που έχουμε εξομολογηθεί. Η ανάμνηση των αμαρτιών κάνει κακό. Ζητήσαμε συγγνώμη; Τελείωσε. Ο Θεός όλα τα συγχωρεί με την εξομολόγηση. Κι εγώ σκέπτομαι ότι αμαρτάνω. Δεν βαδίζω καλά. Ό,τι όμως με στενοχωρεί, το κάνω προσευχή, δεν το κλείνω μέσα μου, πάω στο πνευματικό, το εξομολογούμαι, τελείωσε! Να μη γυρίζομε πίσω και να λέμε τι δεν κάναμε. Σημασία έχει τι θα κάνομε τώρα, απ’ αυτή τη στιγμή και έπειτα.

Η απελπισία και η απογοήτευση είναι το χειρότερο πράγμα. Είναι παγίδα του σατανά, για να κάνει τον άνθρωπο να χάσει την προθυμία του στα πνευματικά και να τον φέρει σε απελπισία.

Όλες σχεδόν οι αρρώστιες προέρχονται από έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό και αυτό δημιουργεί άγχος. Το άγχος το δημιουργεί η κατάργηση του θρησκευτικού αισθήματος. Αν δεν έχετε έρωτα για τον Χριστό, αν δεν ασχολείσθε με άγια πράγματα, σίγουρα θα γεμίσετε με μελαγχολία και κακό.

Ένα πράγμα που μπορεί να βοηθήσει τον καταθλιπτικό είναι και η εργασία, το ενδιαφέρον για τη ζωή. Ο κήπος, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, η εξοχή, ο περίπατος στην ύπαιθρο, η πορεία, όλ’ αυτά βγάζουν τον άνθρωπο απ’ την αδράνεια και του δημιουργούν άλλα ενδιαφέροντα. Επιδρούν σαν φάρμακα. Η ασχολία με την τέχνη, τη μουσική κ.λπ. κάνει πολύ καλό. Σ’ εκείνο, όμως, που δίδω τη μεγαλύτερη σημασία είναι το ενδιαφέρον για την Εκκλησία, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, για τις ακολουθίες. Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει.

Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά και εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή η άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε, στο βάθος, στην ψυχή της. Ίσως να είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να εκλύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε να γνωρίσει αυτή τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα τη στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει τη χάρη του Θεού. Θα γίνει αγία.

Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλομε και χωρίς να το καταλαβαίνομε, κάνομε κακό στον άλλον, έστω κι αν τον αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, για παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της. Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη, μπορεί κάποτε να βλάψει. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός.

 

Βίος και Λόγοι, έκδ. Ιεράς Μονή Χρυσοπηγής Χανίων.
2003
Γέρων Πορφύριος

Όχι στην απελπισία Όχι στην απελπισία

 

Ας μη γυρίζουμε πίσω στις αμαρτίες που έχουμε εξομολογηθεί. Η ανάμνηση των αμαρτιών κάνει κακό. Ζητήσατε συγγνώμη; Τελείωσε. Ο Θεός όλα τα συγχωρεί με την εξομολόγηση. Δεν πρέπει να γυρίζουμε πίσω και να κλεινόμαστε σε απελπισία.

 

Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

 

spovedanie1

Συνήθεια, αιχμαλωσία, απελπισία: οι χειρότερες μορφές της αμαρτίας




Γι’ αυτό λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Όποιος όμως αμαρτάνει κατάγεται από το διάβολο, γιατί ο διάβολος συνδέεται με την αμαρτία εξ αρχής»(Α’ Ιωάν. 3,8), και άρα δείχνει με την υποταγή του στην αμαρτία ότι είναι του διαβόλου. Για την δικαία κατάσταση της θλίψεως και τιμωρίας ενός τέτοιου ανθρώπου, η Αγία Γραφή, αναφερόμενη σ’ αυτή τη φάση λέει: «Όποιος κάνει την αμαρτία είναι δούλος της» (Ιωάν. 8,34).

skotadi

Η ενδέκατη βαθμίδα της αμαρτίας είναι η απελπισία, η οποία είναι και η χειρότερη από όλες, διότι οδηγεί τον άνθρωπο στον παρόντα και αιώνιο θάνατο. Όταν ο διάβολος υποδουλώσει τον άνθρωπο με την αμαρτία μέχρι του βαθμού της συνήθειας, τότε του λέει στο αυτί: «Βλέπεις, ότι συνήθισες πλέον αυτή την αμαρτία, από την οποία δεν μπορείς να λυτρωθείς, διότι θέλοντας και μη την επιτελείς; Οπότε, μη σκέπτεσαι να μετανοήσεις και επιστρέψεις στον Θεό, διότι από εδώ και στο εξής δεν μπορείς να απαλλαγείς απ’ αυτήν, την οποία αγάπησες από την παιδική ή νεανική σου ηλικία ή επί τόσα χρόνια». Συνεπώς συμβουλεύει τον άνθρωπο να αμαρτάνει πάντοτε, λέγοντάς του: «Έτσι και αλλιώς μέχρι τώρα όλα τα έχασες, γι’ αυτό όσο βρίσκεσαι στη ζωή αυτή, κοίταξε να απολαύσεις την αμαρτία, την οποία συνήθισες και από την οποία, όπως βλέπεις, δεν μπορείς να σωθείς».

Έτσι λοιπόν, με τη ρομφαία της απελπισίας τον αποκόπτει από την ελπίδα της σωτηρίας της ψυχής του. Και εάν είναι ο άνθρωπος μορφωμένος, τον διδάσκει ο πονηρός να αναβάλλει την επιστροφή του στον Θεό και την εγκατάλειψη της αμαρτίας, λέγοντάς του: «Μην αφήνεις την αμαρτία τώρα, διότι έχεις ακόμη καιρό». Αλλά και αυτή η συμβουλή του διαβόλου αποσκοπεί να στερεώσει τον άνθρωπο, όσο γίνεται περισσότερο, στην θανατηφόρο συνήθεια της αμαρτίας, επειδή γνωρίζει ο πονηρός εχθρός μας, ότι αυτοί που δεν εγκαταλείπουν σήμερα την αμαρτία, αργότερα είναι ακόμη δυσκολότερο να την εγκαταλείψουν. Όπως λένε και οι Άγιοι Πατέρες, η αμαρτία μοιάζει με ένα καρφί που το καρφώνει κάποιος σε ένα σκληρό ξύλο. Εάν το κτύπησε ελαφρά, μπορεί εύκολα να το βγάλει, ενώ εάν το κτύπησε δυνατά, με πολλή δυσκολία θα μπορέσει να το βγάλει. Συνεπώς, κανείς ας μην εξαπατάται διότι, εάν δεν εγκαταλείψει σήμερα την αμαρτία στην οποία αιχμαλωτίζεται, αργότερα δεν θα μπορέσει να την αποβάλει. Όσο παλιώνει η αμαρτία μέσα μας, τόσο δυσκολότερα στο μέλλον μπορούμε να την εκριζώσουμε. Και όσο περισσότερες φορές κάνει ο άνθρωπος την αμαρτία, τόσο και ο διάβολος τον πολεμά με αυτήν για να τον ρίξει στην απελπισία, από την οποία δεν μπορεί πλέον να επιστρέψει στον Θεό.

Εάν δεν προλάβει να εξομολογηθεί στον Πνευματικό, οδηγείται κατ’ ευθείαν, χωρίς χρονοτριβή στην δωδέκατη βαθμίδα της αμαρτίας που είναι η αυτοκτονία, ο φοβερότερος σωματικός και πνευματικός θάνατος, όπως του προδότη Ιούδα. Αφού έκανε την προδοσία του Σωτήρα μας ο Ιούδας, αντί να επιστρέψει με βαθειά μετάνοια και να κλάψει με στεναγμούς, όπως ο Απ. Πέτρος, απελπίστηκε τελείως, έριξε τα αργύρια στον ναό και κρεμάσθηκε.

Ας μη ξεχνάμε ότι οι χειρότερες μορφές της αμαρτίας που θέλουν μεγάλη προσοχή είναι τρεις: Η συνήθεια της αμαρτίας, η αιχμαλωσία και η απελπισία, η οποία πλησιάζει τα όρια της τελείας εγκαταλείψεως και από όπου ο άνθρωπος πέφτει στα βάθη της κολάσεως με την αυτοκτονία, πέραν από την οποία δεν υπάρχει σωτηρία. Είθε όλοι μας να λυτρωθούμε από τέτοιες δυσάρεστες καταστάσεις με το έλεος του Πανάγαθου Θεού και Σωτήρα μας Χριστού, με τις πρεσβείες της Μητέρας του Αειπαρθένου Μαρίας και πάντων των Αγίων Του. Αμήν.
(Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλίε, Πνευματικοί Λόγοι, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σ. 121-127)

Αντιμετώπιση περιπτώσεων απελπισίας

 



Περιεχόμενα

Η δύναμη της εξομολογήσεως
Η εργασία του πνευματικού στις ψυχές

Ήρθε κάποιος νεαρός αναστατωμένος και μου είπε: «Γέροντα, δεν πρόκειται να διορθωθώ. Μου είπε ο πνευματικός μου: ‘’αυτά είναι και κληρονομικά…’’». Τον είχε πιάσει απελπισία. Εγώ, όταν μου πη κάποιος ότι έχει προβλήματα κ.λπ., θα του πω: «Αυτό συμβαίνει γι’ αυτόν και γι’ αυτόν τον λόγο· για ν’ αλλάξης, πρέπει να κάνης εκείνο κι εκείνο». Έχει λ.χ. κάποιος έναν λογισμό που τον βασανίζει και δεν κοιμάται, παίρνει χάπια για το κεφάλι, για το στομάχι και με ρωτάει: «Να κόψω τα χάπια;». «Όχι, του λέω, να μην κόψης τα χάπια. Να πετάξης τον λογισμό που σε βασανίζει και ύστερα να τα κόψης. Αν δεν πετάξης τον λογισμό, έτσι θα πας· θα ταλαιπωρήσαι». Γιατί, τι θα ωφελήση να κόψη τα χάπια, όταν κρατάη μέσα του τον λογισμό που τον βασανίζει;

Καλά είναι ο πνευματικός να μη φθάνη μέχρι του σημείου να ανάβη κόκκινο φως· να ανέχεται λίγο μία κατάσταση, αλλά φυσικά πρέπει και ο άλλος να δουλεύη σωστά, για να βοηθηθή. Ένας νεαρός ζόρισε κάποια φορά την αρραβωνιαστικιά του – ποιος ξέρει τι της έλεγε; - και εκείνη από την αγανάκτησή της πήρε το αυτοκίνητο και έφυγε και στον δρόμο σκοτώθηκε. Μετά ο νεαρός ήθελε να αυτοκτονήση, γιατί ένιωθε ότι αυτός έγινε αιτία και σκοτώθηκε η κοπέλα. Όταν ήρθε και μου το είπε, αν και στην ουσία είχε κάνει έγκλημα, τον παρηγόρησα και τον έφερα σε λογαριασμό. Έπειτα όμως το έρριξε τελείως έξω, έγινε τελείως αδιάφορος, βρήκε εν τω μεταξύ και μια άλλη. Όταν ξαναήρθε μετά από δύο-τρία χρόνια, του έδωσα ένα τράνταγμα γερό, γιατί τότε δεν υπήρχε κίνδυνος να αυτοκτονήση. Χρειαζόταν το τράνταγμα, αφού δεν υπήρχε αναγνώριση. «Δεν καταλαβαίνεις, του είπα, ότι έκανες φόνο, ότι έγινες αιτία και σκοτώθηκε η κοπέλα;». Αν δούλευε σωστά, θα συνέχιζε να υποφέρη, αλλά θα ανταμειβόταν με θεϊκή παρηγοριά· δεν θα έφθανε σ’ αυτήν την κατάσταση την αλήτικη της αδιαφορίας.

Θέλει δηλαδή πολλή προσοχή. Κάνει κάποιος ένα σφάλμα και πέφτει στην απελπισία. Εκείνη την στιγμή μπορεί να τον παρηγορήσης, αλλά, για να μη βλαφθή, χρειάζεται και το δικό του φιλότιμο. Μια φορά είχε έρθει στο Καλύβι ένα νέο παιδί απελπισμένο, γιατί έπεφτε σε σαρκική αμαρτία και δεν μπορούσε να απαλλαγή από αυτό το πάθος. Είχε πάει σε δύο πνευματικούς που προσπάθησαν με αυστηρό τρόπο να το βοηθήσουν να καταλάβη ότι είναι βαρύ αυτό που κάνει. Το παιδί απελπίσθηκε. «Αφού ξέρω ότι αυτό που κάνω είναι αμαρτία, είπε, και δεν μπορώ να σταματήσω να το κάνω και να διορθωθώ, θα κόψω κάθε σχέση μου με τον Θεό».όταν άκουσα το πρόβλημά του, το πόνεσα το καημένο και του είπα: «Κοίταξε, ευλογημένο, ποτέ να μην ξεκινάς τον αγώνα σου από αυτά που δεν μπορείς να κάνης, αλλά από αυτά που μπορείς να κάνης. Για να δούμε τι μπορείς να κάνης, και να αρχίσης από αυτά. Μπορείς να εκκλησιάζεσαι κάθε Κυριακή;». «Μπορώ», μου λέει. «Μπορείς να νηστεύης κάθε Τετάρτη και Παρασκευή;». «Μπορώ». «Μπορείς να δίνης ελεημοσύνη το ένα δέκατο από τον μισθό σου ή να επισκέπτεσαι αρρώστους και να τους βοηθάς;». «Μπορώ». «Μπορείς να προσεύχεσαι κάθε βράδυ, έστω κι αν αμάρτησες, και να λες ‘’Θεέ μου, σώσε την ψυχή μου’’;». «Θα το κάνω, Γέροντα», μου λέει. «Άρχισε λοιπόν, του λέω, από σήμερα να κάνης όλα αυτά που μπορείς, και ο παντοδύναμος Θεός θα κάνη το ένα που δεν μπορείς». Το καημένο ηρέμησε και συνέχεια έλεγε: «Σ’ ευχαριστώ, πάτερ». Είχε, βλέπεις, φιλότιμο και ο Καλός Θεός το βοήθησε.

Άγιος Παΐσιος: «Η Προσευχή, η απελπισία και τα υλικά αγαθά»

 


Οι διδαχές του γέροντα Παϊσίου για την προσευχή είναι πολύτιμες για κάθε χριστιανό. Έλεγε: «Δεν υπάρχουν μακαριότεροι άνθρωποι από εκείνους που έπιασαν επαφή με τον Ουράνιο Σταθμό και είναι δικτυωμένοι με ευλάβεια με το Θεό. Όπως δεν υπάρχουν πιο δυστυχισμένοι από εκείνους που έκοψαν την επαφή τους με το Θεό και γυρίζουν ζαλισμένοι τον κόσμο και τα κουμπιά των σταθμών του κόσμου, για να ξεχάσουν λίγο το πολύ άγχος της εκτροχιασμένης ζωής τους».

Συμβούλευε δε και τα εξής:

«Πολύ βοηθάει, πριν από την προσευχή να διαβάσεις ένα κομμάτι από το Γεροντικό. Τότε θα θερμανθεί η καρδιά σου και θα καπακωθούν όλες οι μέριμνες και θα μπορέσεις να προσευχηθείς απερίσπαστα».

Και για το νου που σκορπίζεται κατά την ώρα της προσευχής τόνιζε:

«Την ώρα της προσευχής, όταν ο νους μας φεύγει σε άσχημα πράγματα ή έρχονται χωρίς να το θέλουμε, να μην χρησιμοποιούμε αντιρρητικό πόλεμο κατά του εχθρού, διότι και όλοι οι δικηγόροι εάν μαζευτούν, με ένα διαβολάκι δεν τα βγάζουν πέρα με τη συζήτηση, αλλά μόνο με μια περιφρόνηση μπορεί να τα διώξει κανείς, όπως και τους βλάσφημους λογισμούς»

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για έναν πνευματικό αγωνιστή είναι η απελπισία. Γιʼ αυτό ο γέροντας Παΐσιος έλεγε:

«Να μην απελπίζονται όσοι βρίσκονται μέσα στον κόσμο, όταν είναι κυριευμένοι από πολλά πάθη και η φύση τους είναι άτακτη και τρέχει με ορμή στην κατηφόρα, αλλά να ελπίζουν στην παντοδυναμία του Θεού και να στρίψουν το τιμόνι της γερής τους μηχανής στο δρόμο του Θεού, της ανηφόρας, και πολύ γρήγορα θα προσπεράσουν άλλες βραδυκίνητες μηχανές που τρέχανε μπροστά από πολλά χρόνια στο δρόμο του Θεού».

Και άλλοτε συμπλήρωνε:

«Δεν πρέπει να απελπιζόμαστε, όταν αγωνιζόμαστε αλλά δε βλέπουμε καμιά πρόοδο παρά μόνο μηδενικά συνέχεια. Όλοι οι άνθρωποι μηδενικά κάνουμε, ποιος περισσότερα και ποιος λιγότερα.

Βλέποντας ο Χριστός τη μικρή μας προσπάθεια, βάζει ανάλογα μια μονάδα στην αρχή και έτσι παίρνουν αξία τα μηδενικά μας και βλέπουμε λίγη προκοπή. Γιʼ αυτό δεν πρέπει να απελπιζόμαστε, αλλά να ελπίζουμε στο Θεό».

Για τους ανθρώπους που είναι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά ο γέροντας Παΐσιος τόνιζε:

«Ο κυριευμέ­νος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στε­νοχώρια και άγχος, γιατί πότε τρέμει μην του τα πάρουν και πότε μην του πάρουν την ψυχή.

Ο τσιγκούνης πάλι, που αγκύλωσε το χέρι του από το πολύ σφίξιμο, έσφιξε και την καρδιά του και την έκανε πέτρινη.

Για να θερα­πευθεί, θα πρέπει να επισκεφθεί δυστυχισμένους ανθρώ­πους, να πονέσει, οπότε θα αναγκασθεί να ανοίξει σιγά-σιγά το χέρι του και θα μαλακώσει τότε και η πέτρινη καρδιά του και θα γίνει καρδιά ανθρώπινη και έτσι θα του ανοιχθεί και η πύλη του Παραδείσου».

Ο γέροντας Παΐσιος έλεγε:

«Όσοι αναπαύονται μέσα στον υλικό κόσμο και δεν ανησυχούν για τη σωτη­ρία της ψυχής τους, μοιάζουν με τα ανόητα πουλάκια, που δεν θορυβούν μέσα στο αυγό, για να σπάσουν το τσόφλι, να βγουν έξω να χαρούν τον ήλιο — το ουράνιο πέταγμα στην παραδεισένια ζωή, αλλά παραμένουν ακίνητα και πεθαίνουν μέσα στο τσόφλι του αυγού».

Αποσπάσματα από το Βιβλίο
“Διδαχές Γερόντων”

Πώς φεύγει η ανασφάλεια, η απελπισία, η κατάθλιψη

 


Όλα τα κακά αισθήματα, η ανασφάλεια, η απελπισία, η απογοήτευση, που πάνε να κυριεύσουν την ψυχή, φεύγουν με την ταπείνωση.

Αυτός που δεν έχει ταπείνωση, ο εγωιστής, δεν θέλει να του κόψεις το θέλημα, να τον θίξεις, να του κάνεις υποδείξεις. Στενοχωρείται, νευριάζει, επαναστατεί, αντιδρά, τον κυριεύει η κατάθλιψη.

Η κατάσταση αυτή θεραπεύεται με τη χάρη. Πρέπει η ψυχή να στραφεί στην αγάπη του Θεού. Η θεραπεία θα γίνει με το ν’ αγαπήσει τον Θεό με λαχτάρα.

Πολλοί άγιοί μας μετέτρεψαν την κατάθλιψη σε χαρά με την αγάπη προς τον Χριστό. Παίρνανε δηλαδή την ψυχική δύναμη, που ήθελε να τη συντρίψει ο διάβολος, και τη δίνανε στον Θεό και τη μεταβάλλανε σε χαρά και αγαλλίαση.

Η προσευχή, η λατρεία του Θεού μεταβάλλει σιγά σιγά την κατάθλιψη και τη γυρίζει σε χαρά, διότι επιδρά η χάρις του Θεού. Εδώ χρειάζεται να έχεις τη δύναμη, ώστε ν’ αποσπάσεις τη χάρη του Θεού, που θα σε βοηθάει να ενωθείς μαζί του. Χρειάζεται τέχνη.

Όταν δοθείς στον Θεό και γίνεις ένα μαζί του, θα ξεχάσεις το κακό πνεύμα, που σε τραβούσε από πίσω, κι εκείνο έτσι περιφρονημένο θα φύγει. Στη συνέχεια, όσο θ’ αφοσιώνεσαι στο Πνεύμα του Θεού, τόσο δεν θα κοιτάζεις πίσω σου, για να δεις αυτόν που σε τραβάει.

Όταν σε ελκύσει η χάρις, ενώνεσαι με τον Θεό. Κι όταν ενωθείς με τον Θεό και δοθείς σ’ Εκείνον, πάνε όλα τ’ άλλα, τα ξεχνάς και σώζεσαι. Η μεγάλη τέχνη, λοιπόν, το μεγάλο μυστικό, για ν’ απαλλαγείς απ’ την κατάθλιψη και όλα τ’ αρνητικά, είναι να δοθείς στην αγάπη του Θεού.

Ένα πράγμα που μπορεί να βοηθήσει τον καταθλιπτικό είναι και η εργασία, το ενδιαφέρον για τη ζωή. Ο κήπος, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, η εξοχή, ο περίπατος στην ύπαιθρο, η πορεία, όλ’ αυτά, βγάζουν τον άνθρωπο απ’ την αδράνεια και του δημιουργούν άλλα ενδιαφέροντα. Επιδρούν σαν φάρμακα.

Η ασχολία με την τέχνη, τη μουσική κ.λπ. κάνουν πολύ καλό. Σ’ εκείνο, όμως, που δίνω τη μεγαλύτερη σημασία είναι το ενδιαφέρον για την Εκκλησία, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, για τις ακολουθίες. Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει.

Να σας διηγηθώ για μια κοπέλα, που ήλθε σ’ εμένανε τον ταπεινό. Έπασχε από φοβερή κατάθλιψη. Δεν κατάφερε κάτι με τα φάρμακα. Παράτησε τα πάντα, τη δουλειά της, το σπίτι της, τις απασχολήσεις της. Κι εγώ της είπα αυτά που ξέρω.

Της είπα για την αγάπη του Χριστού, που αιχμαλωτίζει την ψυχή, διότι η χάρις του Θεού γεμίζει την ψυχή και την αλλάζει. Της εξήγησα ότι είναι δαιμονική αυτή η δύναμη που καταλαμβάνει την ψυχή και μεταβάλλει την ψυχική δύναμη σε κατάθλιψη, τη ρίχνει κάτω, τη βασανίζει και την αχρηστεύει. Την συμβούλευσα ν’ ασχολείται με διάφορες απασχολήσεις, όπως, για παράδειγμα, με τη μουσική που της άρεσε πρώτα κ.λπ.

Τόνισα, όμως, περισσότερο τη στροφή και την αγάπη της προς τον Χριστό. Της είπα ακόμη ότι μέσα στην Εκκλησία μας υπάρχει θεραπεία με την αγάπη προς τον Θεό και την προσευχή, αλλά που θα γίνεται με λαχτάρα.

Αυτό είναι το μυστικό της θεραπείας. Αυτά δέχεται η Εκκλησία μας.


Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης

Ο διάβολος χρησιμοποιεί την απελπισία και την απόγνωση

 

Απελπισία και απόγνωση, τα πιο ύπουλα εμπόδια του διαβόλου
«Έχω κάνει μεγάλες και πολλές αμαρτίες δεν υπάρχει για μένα συγγνώμη και σωτηρία.»

Αρχιμ. Νεκτάριος Αντωνόπουλος
Ο διάβολος συνεχώς μας βάζει εμπόδια, τα πιο ύπουλα όμως εμπόδια του διαβόλου είναι σίγουρα η απελπισία και η απόγνωση.

Ο δρόμος της επιστροφής δεν είναι χωρίς εμπόδια.

Λένε μερικοί:

«Έχω κάνει μεγάλες και πολλές αμαρτίες δεν υπάρχει για μένα συγγνώμη και σωτηρία.»

Αυτή η φράση είναι τελείως αντιορθόδοξη και αντιεκκλησιαστική δεν έχει καμιά σχέση με τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Η εκκλησία είναι νοσοκομείο, ιατρείο ψυχών.

Γι’ αυτό βρισκόμαστε μέσα στην εκκλησία, όπως λέει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, «δεν υπάρχει ασυγχώρητη αμαρτία, παρεκτός από την αμετανόητη». Δεν υπάρχει καμιά αμαρτία που να μη διαλύεται με τα δάκρυα της μετάνοιας. Σε τελευταία ανάλυση δεν θα κολαστούμε γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τονίζει:

«Κανένας δεν πρέπει να απογοητεύεται για τη σωτηρία του. Αμάρτησες; Μετανόησε. Χιλιάδες φορές αμάρτησες; Χιλιάδες φορές μετανόησε.»

Και ο άγιος Νείλος ο ασκητής λέει κάτι το εκπληκτικό, που δείχνει την αμέτρητη αγάπη του Θεού:

«Δεν επιθυμεί με τόση μανία ο εραστής την ερωμένη του, όπως ο Θεός την ψυχή που θέλει να μετανοήσει!»

Η απόγνωση και η απελπισία, επομένως, είναι καθαρή επινόηση του διαβόλου, είναι το τελευταίο του όπλο.

Λέει πάλι ο ιερός Χρυσόστομος:

«Ο διάβολος δεν έχει άλλο όπλο τόσο δυνατό, σαν την απελπισία, γι’ αυτό και δεν του δίνουμε τόση ευχαρίστηση όταν κάνουμε την αμαρτία, όση όταν απελπιζόμαστε.»

Αρχιμ. Νεκτάριος Αντωνόπουλος, Επιστροφή: Μετάνοια και εξομολόγηση, επιστροφή στον Θεό και στην Εκκλησία Του, εκδ. Ακρίτας, 2007

Η ΛΥΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ

 


Μην απελπίζεσαι, ο Θεός ποτέ δεν θα σε αφήσει και δεν θα παύσει για την πίστη και το ζήλο σου να σε παρηγορεί στην προσευχή και να σε δυναμώνει.

Ο αόρατος και άυλος εχθρός μας, όταν κατορθώνει να παρασύρει τον άνθρωπο στην αμαρτία, κατά παραχώρηση του Θεού, αποκτά πρόσβαση στην καρδιά του. Εισέρχεται στην καρδιά σαν νικητής και κατοικεί εκεί μέχρι να τον διώξει ο άνθρωπος με δάκρυα και βαθιά μετάνοια. Και αφού κατοικήσει ο διάβολος στην καρδιά του ανθρώπου, του προκαλεί πολλή θλίψη, δεν τον αφήνει να υψωθεί στον Θεό, δεν αφήνει να ζεσταθεί η καρδιά του με πίστη, ελπίδα και αγάπη, αλλά τον ρίχνει στην απελπισία και τον κάνει να μισεί όλο τον κόσμο.

Μην απελπίζεσαι όταν σε μισούν, σε κακολογούν και σε βρίζουν. Σκέψου πόσο μισούσαν και κακολογούσαν τον Κύριο. Δείξε υπομονή και να μη χάνεις την ηρεμία σου.

Με ποιον τρόπο ο Κύριος θεραπεύει την ολιγοπιστία και την απελπισία; Αφήνει την καρδιά να δοκιμάσει τον πνευματικό θάνατο, που επέρχεται όταν δεν υπάρχει ελπίδα και πίστη. Με άλλα λόγια: επιτρέπει στο διάβολο να πληγώσει την καρδιά μας με ανυπόφορη θλίψη και στεναχώρια, τα οποία παραλύουν όλο τον άνθρωπο – και την ψυχή και το σώμα του. Και ξαφνικά, μετά την κοινωνία των Αχράντων Μυστηρίων ή μετά από θερμή προσευχή με δάκρυα, γεμίζει την καρδιά του ανθρώπου και του δίνει τη δική Του ζωή, το φως της πίστης και της ελπίδας, ειρήνη, ανακούφιση και ελευθερία.

Είναι πολύ καλό να μην πέφτουμε σε απόγνωση και να μην παύουμε να πιστεύουμε στο έλεος του Θεού μετά από την αμαρτία. Ο Θεός ελεεί τον αμαρτωλό που προσπαθεί να αποφύγει την αμαρτία, αλλά παρά ταύτα πέφτει συχνά στα δίχτυα του διαβόλου, και όμως δεν απελπίζεται και πιστεύει στο έλεός Του. Ο διάβολος με οποιονδήποτε τρόπο προσπαθεί να ρίξει τον άνθρωπο στην απόγνωση.

Δόξα Σοι, Κύριε, που με ελεείς…

(Πνευματικές Εμπειρίες και Συμβουλές, Αγ. Ιωαν. της Κροστάνδης, σελ. 54,55)

Σισανίου Παύλος: Η ελπίδα έρχεται μέσα από την πλήρη απελπισία

 



Την έκφραση αυτή χρησιμοποίησε χτες σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη του στο TOP Channel Δυτικής Μακεδονίας ο π. Παύλος Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης.

Αμέσως διευκρίνισε, ότι εννοεί, όταν κάποιος απελπίζεται από τις δικές του δυνάμεις, τη βοήθεια των ανθρώπων και όσων μπορεί να του προσφέρει αυτός ο κόσμος, τότε στρέφεται στην μόνη αληθινή Ελπίδα της βοήθειας του Θεού. Πράγματι αυτή η φράση περιέχει μέσα της ένα οξύμωρο σχήμα, το οποίο έχει σχέση με την προέλευση της ελπίδας. Ας το συζητήσουμε όμως για να δούμε, αν έχει βάση αυτή η φράση στα λόγια του Χριστού και στη διδασκαλία της Εκκλησίας μας.

Ο Χριστός στην Παραβολή του Ασώτου λέει: «14 δαπανήσαντος δε αυτού πάντα εγένετο λιμός ισχυρά κατά την χώραν εκείνην, και αυτός ήρξατο υστερείσθαι. 15 και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης, και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους· 16 και επεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν αυτού από των κερατίων ών ήσθιον οι χοίροι, και ουδείς εδίδου αυτώ. 17 εις εαυτόν δε ελθών είπε· πόσοι μίσθιοι τού πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ ώδε απόλλυμαι! 18 αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου·» (Λουκ. 15, 14-18 )

Ο Άσωτος αφού εγκατέλειψε την πατρική αγκαλιά, βασίστηκε στα χρήματα για να βρει την ευτυχία. Όμως εκείνα γρήγορα τελείωσαν και τότε κατέφυγε στην ελεημοσύνη των συνανθρώπων του. Όταν απελπίστηκε κι απ’ αυτή κι έφτασε στον πάτο της ανθρώπινης κατάπτωσης, τότε «εις εαυτόν ελθών» στήριξε και πάλι την ελπίδα του στον Πατέρα του κι αποφάσισε να επιστρέψει.

Ο Απόστολος Παύλος λέει: «24 τή γάρ ελπίδι εσώθημεν· ελπίς δε βλεπομένη ουκ έστιν ελπίς· ό γάρ βλέπει τις, τι και ελπίζει; 25 ει δε ό ου βλέπομεν ελπίζομεν, δι” υπομονής απεκδεχόμεθα. 26 Ωσαύτως δε και το Πνεύμα συναντιλαμβάνεται ταίς ασθενείαις ημών· το γάρ τι προσευξώμεθα καθ” ό δεί ουκ οίδαμεν, αλλ” αυτό το Πνεύμα υπερεντυγχάνει υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις· 27 ο δε ερευνών τας καρδίας οίδε τι το φρόνημα τού Πνεύματος, ότι κατά Θεόν εντυγχάνει υπέρ αγίων. 28 Οίδαμεν δε ότι τοίς αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν, τοίς κατά πρόθεσιν κλητοίς ούσιν·» (Ρωμ. 8, 24-28 )

Με την ελπίδα, λέει, σωθήκαμε, αλλά όχι την ελπίδα σ’ αυτά που βλέπουμε, επειδή όταν κανείς βλέπει κάτι, τι νόημα έχει να ελπίζει. Εάν επομένως δεν ελπίζουμε σ’ αυτά που βλέπουμε, οπλιζόμαστε με την υπομονή (που μας δίνει η αληθινή Ελπίδα στη βοήθεια του Θεού). Τότε και το Πνεύμα το Άγιο συνεπικουρεί στις δικές μας αδύναμες προσπάθειες. Επειδή δεν γνωρίζουμε πώς να προσευχηθούμε όπως πρέπει, το ίδιο το Άγιο Πνεύμα πρεσβεύει για μας με αλάλητους στεναγμούς. Ο Ουράνιος Πατέρας μας που βλέπει τις καρδιές μας, γνωρίζει τι ζητά το Άγιο Πνεύμα για μας, επειδή πρεσβεύει για μας σύμφωνα με το θέλημα του Πατρός. Επιπλέον γνωρίζουμε ότι γι αυτούς που αγαπούν το Θεό, όλα συμβάλλουν προς το αγαθό, σ’ αυτούς που έχουν δεχτεί την κλήση του Θεού με την προαίρεσή τους.

Ένα εξαιρετικό επίσης κείμενο από την Αγία Γραφή που εκφράζει την ελπίδα στο Θεό που γεννιέται από την απελπισία στις δυνάμεις μας και τους άλλους ανθρώπους μας είναι ο 37ος Ψαλμός, που διαβάζουμε στην Ακολουθία του Όρθρου: «Ουκ έστιν ίασις εν τη σαρκί μου από προσώπου της οργής σου ουκ έστιν ειρήνη εν τοις οστέοις μου από προσώπου των αμαρτιών μου. Ότι αι ανομίαι μου υπερήραν την κεφαλήν μου, ωσεί φορτίον βαρύ εβαρύνθησαν επ” εμέ. Προσώζεσαν και εσάπησαν οι μώλωπές μου από προσώπου της αφροσύνης μου. Εταλαιπώρησα και κατεκάμφθην έως τέλους.

Όλην την ημέραν σκυθρωπάζων επορευόμην. Ότι αι ψόαι μου επλήσθησαν εμπαιγμάτων, και ουκ έστιν ίασις εν τη σαρκί μου. Εκακώθην και εταπεινώθην έως σφόδρα, ωρυόμην από στεναγμού της καρδίας μου. Κύριε, εναντίον σου πάσα η επιθυμία μου, και ο στεναγμός μου από σου ουκ απεκρύβη. Η καρδία μου εταράχθη, εγκατέλιπέ με η ισχύς μου, και το φως των οφθαλμών μου, και αυτό ουκ έστι μετ” εμού. Οι φίλοι μου και οι πλησίον μου εξ εναντίας μου ήγγισαν και έστησαν, και οι έγγιστά μου από μακρόθεν έστησαν. Και εξεβιάζοντο οι ζητούντες την ψυχήν μου, και οι ζητούντες τα κακά μοι ελάλησαν ματαιότητας, και δολιότητας όλην την ημέραν εμελέτησαν. Εγώ δε ωσεί κωφός ουκ ήκουον, και ωσεί άλαλος ουκ ανοίγων το στόμα αυτού. Και εγενόμην ωσεί άνθρωπος ουκ ακούων και ουκ έχων εν τω στόματι αυτού ελεγμούς. Ότι επί σοι, Κύριε, ήλπισα• συ εισακούση, Κύριε ο Θεός μου.»… «Μη εγκαταλίπης με, Κύριε ο Θεός μου, μη αποστής απ” εμού. Πρόσχες εις την βοήθειάν μου, Κύριε της σωτηρίας μου.»

Επομένως, μόνο αν καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να στηρίζουμε την ελπίδα μας στους ανθρώπους και τα πράγματα του κόσμου τούτου, επειδή είναι φθαρτά και πεπερασμένα, μόνο τότε μπορούμε να την κατευθύνουμε πέρα από κάθε αμφιβολία στην πίστη μας στην Αγάπη και το Έλεος του Θεού και τότε να δεχτούμε την παρηγοριά και τη βοήθεια της Θείας Χάριτος.

Ο Γέροντας Παΐσιος έλεγε:
«- Γέροντα, ακόμη αντιμετωπίζω το καθετί ανθρώπινα και όχι πνευματικά, κι έχω αγωνία.
– Εσύ βάζεις τα προγράμματά σου μπροστά από τα προγράμματα του Θεού, γι’ αυτό βασανίζεσαι. Με την εμπιστοσύνη στον Θεό και με την ταπείνωση όλα τα προβλήματα λύνονται. Να κάνης αυτό που μπορείς εσύ και μετά να αφήνεσαι στην θεία Πρόνοια, στο θείο θέλημα. Η ελπίδα στον Θεό είναι τονισμένη πίστη∙ είναι η μεγαλύτερη ασφάλεια για τον άνθρωπο.
Μικρό πράγμα είναι να έχη κανείς σύμμαχο τον Θεό; Θυμάμαι, πριν πάω στο στρατό, έκανα προσευχή στην Αγία Βαρβάρα να με βοηθήση –την είχα σε ευλάβεια, γιατί πήγαινα στο εξωκκλήσι της από μικρός και προσευχόμουν. «Ας κινδυνεύσω στον πόλεμο, είπα, αλλά μόνον άνθρωπο να μη σκοτώσω». Και πώς τα οικονόμησε ο Καλός Θεός! Όταν βγήκαν τα αποτελέσματα ,ενώ άλλους που ήταν μορφωμένοι τους έστειλαν στην πρώτη γραμμή σαν απλούς στρατιώτες, τουφεκιοφόρους, εμένα που ήμουν του δημοτικού με πήραν για ασυρματιστή! Μου έλεγαν οι άλλοι: «Έχεις μεγάλο μέσο». «Βρε τί μέσο έχω; Δεν έχω κανένα γνωστό». «Τι; μας κοροϊδεύεις;», μου έλεγαν. Ποιον έχεις στο Γενικό Επιτελείο;». Αφού επέμεναν ,τους έλεγα κι εγώ: «Έχω στο Γενικό Επιτελείο τον Χριστό». Έτσι δεν χρησιμοποίησα ποτέ ντουφέκι.
– Γέροντα, πώς αυξάνει η ψυχική αντοχή;
– Με την ελπίδα και την εμπιστοσύνη στον Θεό, οι οποίες δίνουν δυνάμεις πολλές. Πρέπει να αφήνουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού με απόλυτη εμπιστοσύνη και να βλέπουμε την κάθε δοκιμασία σαν δώρο σταλμένο από την αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος που έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στον Θεό χαίρεται τα πάντα. Είτε είναι άρρωστος ,είτε μένει νηστικός, είτε τον αδικούν, είτε…, είτε…, πιστεύει ότι ο Θεός τα έχει επιτρέψει ,ελπίζει στον Θεό και είναι πάντα ασφαλισμένος στο λιμάνι της ελπίδος του Θεού.»

Ελπίδα και απελπισία


Α. Εισαγωγή
Πολλές φορές στην πορεία της ζωής μας είμαστε χαρούμενοι και αισιόδοξοι. Άλλοτε πάλι, εξαιτίας κάποιων καταστάσεων και συνθηκών, όλα μας φαίνονται μάταια και απελπιζόμαστε. Η απελπισία όμως εκείνο το οποίο θα προσφέρει, είναι να κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Γι’ αυτό ποτέ δεν πρέπει να χάνουμε τις ελπίδες μας. Ιδιαίτερα δε εμείς οι χριστιανοί δεν είμαστε όπως «οι λοιποί οι μή έχοντες ελπίδα» (Α΄ Θεσ. 4, 13), γιατί έχουμε ελπίδα μας τον ίδιο τον Θεό.

Β. Η απελπισία
Προτού αναφέρουμε οτιδήποτε άλλο, επιβάλλεται κατ’ αρχήν να δώσουμε ένα ορισμό του τι είναι απελπισία και εν συνεχεία, του τι είναι η ελπίδα. Απελπισία είναι η απώλεια της εμπιστοσύνης μας στην ελεημοσύνη και αγαθοσύνη του Θεού, με άλλα λόγια η απώλεια της πίστης μας στην Θεία πρόνοια, που συνέχει, φροντίζει και συντηρεί την κτίση και τον κόσμο ολόκληρο. Κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, η απελπισία είναι η ενδέκατη βαθμίδα της κακίας. Οι συνέπειες της απελπισίας οδηγούν τον άνθρωπο στην δωδέκατη βαθμίδα, που είναι η αυτοκτονία. Η απελπισία κατά τους Πατέρες χαρακτηρίζεται ως δαιμονική διάθεση, που οδηγεί στην καταστροφή. Η απελπισία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του διαβόλου. Ο διάβολος μπορεί να πιστεύει και να φρίττει, όμως δεν ελπίζει, διότι απομακρύνθηκε από τον Θεό και παγιώθηκε στην κακία.
Αιτία της απελπισίας είναι η απομάκρυνση από τον Θεό και η έλλειψη εμπιστοσύνης σε Αυτόν. Όταν ο άνθρωπος διακόψει τον δεσμό με τον Θεό, τότε ακόμη και με την παραμικρή αφορμή, μπορεί να παρουσιαστεί στη ζωή του η απογοήτευση και η απελπισία. Όταν ο άνθρωπος δεν ασκείται πνευματικά, όπως θα έπρεπε να ασκείται και κυρίως όταν παραλείπει την προσευχή, τότε εύκολα απομακρύνεται από τον Θεό και χάνει την ελπίδα του σε Αυτόν.

Γ. Η ελπίδα
Ερχόμαστε τώρα στην ελπίδα. Σε αντίθεση με την απελπισία, η ελπίδα είναι αυτή που ζωογονεί την πίστη, και δίνει νόημα και στήριγμα στη ζωή μας. Οι χριστιανοί σε αντίθεση με τους «μή έχοντες ελπίδα», είναι οι άνθρωποι της ελπίδας. Η ελπίδα του χριστιανού δεν είναι κάτι το αφηρημένο. Ακόμη δεν στηρίζεται ούτε στα πράγματα του κόσμου τούτου, ούτε σε κάποιον άνθρωπο. Η ελπίδα μας είναι ο ίδιος ο Θεός. Στο Θεό στηρίζουμε την ελπίδα μας για σωτηρία, στο Θεό ελπίζουμε και για τα προβλήματα και τους αγώνες της καθημερινής και οικογενειακής ζωής. Ο Θεός είναι λοιπόν η ελπίδα, η καταφυγή και το στήριγμα μας στη ζωή μας και στον πνευματικό μας αγώνα.
Απόδειξη των πιο πάνω είναι ότι ο ίδιος ο Θεός έλαβε σάρκα και έγινε άνθρωπος, για να δώσει ξανά στον άνθρωπο την ελπίδα της σωτηρίας και της αθανασίας, Ο Θεός έγινε άνθρωπος «ίνα ημείς θεοποιηθόμεν» κατά τον Μέγα Αθανάσιο. Η επίγεια δράση του σαρκωμένου Υιού και Λόγου του Θεού, του Ιησού Χριστού, η διδασκαλία και τα θαύματά Του, οι νεκραναστάσεις που επιτέλεσε, μα προπαντός η δική Του Ανάσταση, εγκαινιάζουν ένα νέο κόσμο. Ένα κόσμο όπου η φθορά και ο θάνατος δεν έχουν θέση. Ένα κόσμο όπου κυριαρχεί η ελπίδα για την λύτρωση από τα δεσμά του θανάτου, της φθοράς και της ματαιότητας. Η Ανάσταση του Κυρίου αποτελεί το κέντρο της πίστεως και της ζωής μας. Αν η ζωή των χριστιανών δεν στηρίζεται στον ανεστημένο Χριστό, σημειώνει ο Απόστολος Παύλος, «ελεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν» (Α΄ Κορινθ. 15, 19).
Η ελπίδα συνδέεται στενά με δύο άλλες βασικές χριστιανικές αρετές: την πίστη και την αγάπη. Η ελπίδα στηρίζεται στην πίστη και δίνει νόημα σε αυτήν. Όπως σημειώσαμε και πιο πάνω, η ελπίδα πηγάζει από την πίστη, αλλά ταυτόχρονα δίνει ζωή σε αυτήν. Όπως η πίστη, έτσι και η ελπίδα του χριστιανού συνδέεται με το πρόσωπο του Χριστού. Η ελπίδα συνδέεται στενά και με την αγάπη. Θεμέλιο της ελπίδας είναι η αγάπη του Θεού. Ο Θεός τόσο πολύ αγάπησε τον κόσμο, ώστε έστειλε τον Υιό Του το Μονογενή για να προσφέρει με Την σταυρική Του θυσία και Ανάσταση την ελπίδα της σωτηρίας και αναστάσεως σε όλους τους ανθρώπους. Η αγάπη του Θεού ,μας καλεί σε απαντητική αγάπη. Καλούμαστε να αγαπήσουμε τον Θεό, γιατί Αυτός πρώτος μας αγάπησε. Η αγάπη προς τον Θεό γεννιέται με την πίστη προς τον Θεό και αυξάνεται με την ελπίδα. Όσο δηλαδή δυναμώνει η ελπίδα προς τον Θεό, τόσο αυξάνει και η αγάπη προς Αυτόν. Τέλος, από την αγάπη προς τον Θεό, πηγάζει η αγάπη προς τον πλησίον. Έτσι, σε τελική ανάλυση η ελπίδα προς τον Θεό τροφοδοτεί και ενισχύει την αγάπη προς Αυτόν και το συνάνθρωπό μας.
Είναι γεγονός όμως, ότι η ελπίδα χρειάζεται υπομονή. Αυτό ισχύει για κάθε ελπίδα, πολύ περισσότερο για την χριστιανική. Άλλωστε ο αγώνας του πιστού, τόσο ο πνευματικός, όσο και γενικότερα ο αγώνας και οι μάχες της ζωής, απαιτούν υπομονή. «Δι’ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα» (Εβρ. 12, 1) τονίζει ο απόστολος Παύλος. Και εδώ είναι το πρόβλημα. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν θέλει να περιμένει. Δεν μπορεί να περιμένει. Τα θέλει όλα γρήγορα, πρόχειρα και βιαστικά. Ο λόγος είναι διότι οι πολλές ανέσεις και ευκολίες της ζωής, έχουν κλονίσει την υπομονή του. Επιπλέον είναι και ο σύγχρονος τρόπος ζωής. Όλα γίνονται με απίστευτη ταχύτητα. Γι’ αυτό και εν πολλοίς ο σύγχρονος άνθρωπος έχει εξοστρακίσει την ελπίδα από την ζωή του. Διότι η ελπίδα απαιτεί υπομονή. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι στερήσεις, η κακοπάθεια, οι θλίψεις και οι δοκιμασίες στη ζωή μας αυξάνουν την υπομονή και την ελπίδα μας.
Να τονίσουμε εδώ ότι η ελπίδα δεν είναι μόνο χριστιανική αρετή. Όποιος ζει ελπίζει. Και όποιος παύει να ελπίζει, ουσιαστικά παύει να ζει. Άρα εάν όλοι οι άνθρωποι γενικά στη ζωή τους ελπίζουν, πόσο μάλλον οι χριστιανοί που πιστεύουν στον ανεστημένο Χριστό.

Δ. Η απελπισία και η ελπίδα στη ζωή μας
Είναι πιθανόν, όπως αναφέραμε προηγουμένως, όταν απομακρυνθούμε από τον Θεό και με αφορμή κάποια προβλήματα και δοκιμασίες, να εμφανιστεί η απελπισία στη ζωή μας.
Ο πρώτος τομέας στον οποίο είναι δυνατόν να εμφανιστεί η απελπισία, είναι το μεγάλο κεφάλαιο που ονομάζεται σωτηρία της ψυχής μας. Ακόμη και οι άνθρωποι που αγωνίζονταν πνευματικά, ασκητές και μοναχοί, έπεσαν στην απελπισία. Πίστεψαν στο διάβολο ότι δεν πρόκειται να σωθούν. Ο διάβολος δεν εφησυχάζετε και προσπαθεί συνεχώς και με κάθε τρόπο να ρίξει τον άνθρωπο στην απελπισία. Ο διάβολος ονομάζεται «μυρμηγκολέοντας». Και τούτο διότι όταν πρόκειται κανείς να διαπράξει την αμαρτία, την παρουσιάζει ως κάτι εντελώς ασήμαντο και μικρό, όπως το μυρμήγκι. Όταν όμως διαπράξει κανείς την αμαρτία, τότε την παρουσιάζει ως κάτι φοβερό και τρομερό, όπως το λιοντάρι. Μας βάζει λογισμούς ότι δεν θα μας συγχωρήσει ο Θεός, ότι είμαστε αδιόρθωτοι, ότι θα θυμώσει μαζί μας ο πνευματικός κ. α. Στόχος του: να μας ρίξει στην απελπισία, να μας κάνει να πιστεύουμε ότι δεν θα σωθούμε.
Όπως όμως γνωρίζουμε δεν υπάρχει αμάρτημα που να μην το συγχωρά ο Θεός, φτάνει να το εξομολογηθούμε. Φοβερό αμάρτημα και ασυγχώρητο είναι αυτό που μένει ανεξομολόγητο. «Τιν ερχόμενον πρός με ου μη εκβάλω έξω» (Ιω. 6, 37), μας διαβεβαιώνει ο Κύριος. Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, ο Θεός έγινε άνθρωπος « ίνα ημείς θεοποιηθόμεν» κατά τον Μ. Αθανάσιο. Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος Θεός. Στηριζόμαστε στο Θεό για την σωτηρία μας. Ο Θεός εκείνο το οποίο αμείβει είναι την προσπάθεια, σε αντίθεση με τους ανθρώπους που αμείβουν μόνο την επιτυχία. Ο Χριστός εκείνο το οποίο ζητά από τον άνθρωπο είναι να μετανοεί. «Μετανοείτε· ήγγικεν γαρ η βασιλεία των ουρανών» (Μτθ. 4, 17), μας λεει ο Κύριος.
Ένας άλλος τομέας στον οποίο πιθανόν να μας καταβάλει η απελπισία είναι στο γάμο και στην οικογενειακή μας ζωή. Αφορμή εδώ μπορεί να είναι μια κρίση στις σχέσεις μας με τον ή την σύζυγο, τα παιδιά μας κ.α. Είναι γεγονός ότι σήμερα ο θεσμός της οικογένειας διέρχεται κρίση. Τα αυξημένα ποσοστά διαζυγίων δυστυχώς αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Επιπλέον τα κρούσματα βίας στην οικογένεια έχουν αυξηθεί. Ακόμη και αρκετοί γάμοι που δεν έχουν διαλυθεί, δεν βρίσκονται και στην καλύτερη δυνατή τους φάση. Όλα αυτά είναι πιθανόν να δημιουργήσουν απογοήτευση στα μέλη της οικογένειας και να τα φέρουν σε απελπισία.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με σοβαρά ζητήματα που στηρίζονται σε λεπτές ισορροπίες. Κατ’ αρχήν να σημειώσουμε ότι η πρόληψη είναι καλύτερη από την θεραπεία. Ο γάμος αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες εκδηλώσεις της ανθρώπινης ζωής. Είναι ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στη ζωή του ανθρώπου. Σε άλλα γεγονότα, όπως η γέννηση, η βάπτιση, ο θάνατος, ο άνθρωπος δεν έχει λόγο, στο γάμο όμως, ο λόγος βαραίνει αποκλειστικά τον ίδιο. Η ανάληψη ευθύνης που συνεπάγεται ο γάμος είναι τεράστια. Είναι υπεύθυνη πράξη και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται. Ως εκ τούτου απαιτείται προετοιμασία των νέων για ένα τόσο σοβαρό θέμα. Και η προετοιμασία αυτή είναι πολλαπλή. Χρειάζεται κατ’ αρχήν πνευματική και ψυχολογική προετοιμασία, η οποία θα επιτευχθεί με την κατανόηση του σκοπού του γάμου, την γνώση των ιδιαιτεροτήτων του ετέρου φύλου, την διαμόρφωση κριτηρίων για την επιλογή του ή της συζύγου. Επιπλέον, χρειάζεται πνευματικός αγώνας για την υπερκίνηση του εγώ, για καθαρότητα καρδίας και σώματος, δηλαδή αγνότητα. Η δημιουργία νοικοκυριού και οικογένειας συνεπάγεται και τεράστιες δαπάνες. Για τον λόγο αυτό απαιτείται επαγγελματική τακτοποίηση, ώστε να καλύπτονται οι δαπάνες και να αποφεύγονται μελλοντικές προστριβές που πιθανόν να έθεταν σε δοκιμασία το γάμο.
Παρ’ όλα αυτά και πάλι είναι δυνατόν να δημιουργηθούν προβλήματα μέσα στο γάμο και την οικογένεια. Εδώ χρειάζεται σωστή αντιμετώπιση, αμοιβαία αγάπη, υπομονή και κατανόηση. Για να υπάρξουν όμως αυτά απαιτείται η ύπαρξη πνευματικής ζωής. Οι σωστές σχέσεις του ανθρώπου με τον Θεό, έχουν ως αποτέλεσμα και τις σωστές σχέσεις με τον συνάνθρωπό του. Η αγάπη προς τον Θεό γεννά με την σειρά της την αγάπη προς τον πλησίον μας, όπως αναφέραμε. Άρα και εδώ το θεμέλιο για μια σωστή σχέση μέσα στον γάμο και την οικογένεια, είναι η αγάπη προς τον Θεό, χωρίς να σημαίνει ότι όλα τα υπόλοιπα που αναφέραμε δεν είναι σημαντικά. Έτσι, με όλα αυτά θα αποφευχθούν σοβαρές προστριβές μέσα στην οικογένεια και θα επιλυθούν τα σοβαρά προβλήματα, που πιθανόν να έθεταν σε δοκιμασία το γάμο και να οδηγούσαν στην απόγνωση και στην απελπισία.
Μια άλλη αφορμή που πιθανόν να μας ρίξει στην απελπισία, είναι τα οικονομικά προβλήματα, ιδιαίτερα τώρα με την οικονομική κρίση. Είναι και αυτά μια θλίψη και δοκιμασία στη ζωή μας. Τα οικονομικά προβλήματα και αδιέξοδα δημιουργούν προστριβές και προβλήματα με την οικογένεια και τους συνανθρώπους μας. Επιπλέον, μας βαρύνουν με άγχος με άμεσο κίνδυνο για την υγεία μας. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι υπάρχουν και θα υπάρχουν άτομα και οικογένειες με οικονομικά προβλήματα.
Και εδώ χρειάζεται, πρωτίστως πρόληψη, δηλαδή σωστός προγραμματισμός. Ποτέ δεν πρέπει να υπερβαίνουμε τις οικονομικές μας δυνατότητες. Από την άλλη φυσικά είναι πιθανόν, είτε λόγω κάποιας ασθένειας είτε λόγω σπουδών ή για άλλο σοβαρό λόγο να δημιουργηθούν χρέη και οικονομικά προβλήματα. Όπως και να έχουν τα πράγματα εδώ χρειάζεται πάνω από όλα πίστη στη Θεία Πρόνοια. Εάν ο Θεός μεριμνά για τα πετεινά του ουρανού, δεν θα φροντίσει για την εικόνα Του που είναι ο άνθρωπος; Φυσικά και εμείς πρέπει να αγωνιστούμε και να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπους και μεθόδους για απάμβλυνση του προβλήματος. «Συν Αθηνά και χείρα κίνει», έλεγαν οι πρόγονοί μας. Και είχαν δίκαιο. Η απελπισία δεν είναι λύση. Μόνο χειρότερα αποτελέσματα μπορεί να φέρει.
Πέραν όμως από τα οικονομικά προβλήματα, υπάρχουν πιο σοβαρές θλίψεις και δοκιμασίες. Και αυτές είναι οι ασθένειες, είτε δικές μας είτε κάποιου αγαπημένου μας προσώπου, ή ακόμη και ο θάνατος κάποιου προσφιλούς μας προσώπου. Είναι γεγονός ότι οι ασθένειες οι ανίατες, χρόνιες και επώδυνες ασθένειες αποτελούν ένα μεγάλο πειρασμό. Πολύ δε περισσότερο ο θάνατος κάποιου αγαπημένου μας. Και δεν είναι λίγες οι φορές που ως άνθρωποι θλιβόμαστε και πιθανόν αυτό να το εκμεταλλευτεί ο διάβολος για να μας απελπίσει.
Πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι ο Θεός επιτρέπει τις δοκιμασίες στη ζωή μας για διάφορους λόγους. Οι θλίψεις εάν αξιοποιηθούν θετικά μας οδηγούν πιο κοντά στο Θεό και μας καθιστούν μετόχους στην Βασιλεία του Θεού. «Διά πολλών θλίψεων δει ἡμάς εισελθείν είς τήν βασιλεία του Θεού» (Πραξ. 14, 22). Όλοι στη ζωή μας σηκώνουμε το σταυρό μας. Αυτό άλλωστε είναι και το χαρακτηριστικό γνώρισμα του χριστιανού. « Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν καί αράτω τόν σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μρκ. 8, 34), μας λέει ο Χριστός. Όμως ο πρώτος που σήκωσε τον Σταυρό του ήταν ο Ίδιος. Κατά την ώρα των θλίψεων και του πόνου η προσευχή στον Θεό μας ενισχύει και μας γεμίζει με θάρρος και δύναμη. Ακόμη η προσευχή προς την Υπεραγία Θεοτόκο δεν πρέπει να ατονεί. Ρομφαία διήλθε την καρδιά της όταν είδε τον Υιό της Μονογενή αδίκως να πεθαίνει επάνω στον σταυρό. Και εάν δεν την ενίσχυε το Άγιο Πνεύμα, η Παναγία θα πέθαινε από την θλίψη και την στεναχώρια της. Η Παναγία λοιπόν, δοκιμάστηκε, πειράστηκε και «δύναται τοις πειραζομένοις βοηθήσαι» (Εβρ. 2, 18).
Κάποιος εύλογα θα ρωτήσει: μπροστά στην πραγματικότητα του θανάτου ποια ελπίδα υπάρχει; Και η απάντηση είναι απλή και σύντομη: η ελπίδα της αναστάσεως. Η πίστη στην Ανάσταση του Χριστού δεν αφήνει περιθώρια για απελπισία. Η Ανάσταση του Κυρίου αποτελεί το κέντρο της πίστεως μας και αποτελεί την προτύπωση της ανάστασης των νεκρών την Δευτέρα Παρουσία. Ακόμη, σύμφωνα με την Εκκλησία μας, μετά τον θάνατο αρχίζει για τους δίκαιους μια νέα ζωή, που δεν υπάρχει θλίψη, πόνος και στεναγμός.

Ε. Επίλογος - Συμπέρασμα
Η ελπίδα είναι λοιπόν μία μεγάλη χριστιανική αρετή. Είναι αυτή που τροφοδοτεί την πίστη και την αγάπη προς τον Θεό, αλλά και την αγάπη προς τον πλησίον. Η ελπίδα μας στηρίζεται, όχι στα πράγματα του κόσμου τούτου, αλλά στον ίδιο τον Θεό. Τα υλικά αγαθά δεν προσφέρουν καμία ελπίδα, αλλά και εάν δεχθούμε ότι προσφέρουν, αυτή είναι απατηλή, ψεύτικη και πρόσκαιρη. Ακόμη και τα σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης, της τεχνολογίας και της ιατρικής, σίγουρα πρόσφεραν πολλές ελπίδες και δυνατότητες στον άνθρωπο. Από την άλλη όμως δημιούργησαν και αρκετά άλλα προβλήματα και ηθικά διλήμματα. Γι’ αυτό και τονίζουμε συνεχώς ότι η ελπίδα μας είναι ο νικητής του διαβόλου και του θανάτου, ο Ιησούς Χριστός. Ο χριστιανός έχει την ελπίδα του στον ανεστημένο Χριστό. Γι’ αυτό και παρ’ όλες τις θλίψεις, δοκιμασίες, πειρασμούς, στεναχώριες, πτώσεις, αποτυχίες που έχει στη ζωή του, ποτέ δεν απελπίζεται. Ακόμη και ο κόσμος είναι δυνατόν να μας δώσει θλίψεις και πειρασμούς. «Εν τω κόσμω θλίψην έξετε, αλλά θαρεσείτε, εγώ νενίνηκα τόν κόσμον», μας λέει ο Χριστός. Ακόμη και μπροστά στην πραγματικότητα του θανάτου, ελπίζουμε στον Χριστό, ο οποίος είναι ο πρωτότοκος των νεκρών. Ο νικητής του θανάτου, αυτός ο οποίος «τά του θανάτου κλείθρα διεσπάραξεν». Ελπίζουμε λοιπόν στην μετά θάνατον αιώνια ζωή και στη κοινή ανάσταση νεκρών. Όπως λέμε και στο Σύμβολο της Πίστεως μας «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών καί ζωήν του μέλλοντος αιώνος».

http://www.agiameteora.net/

Η απελπισία χειρότερη και από την ίδια την αμαρτία

Η απελπισία χειρότερη και από την ίδια την αμαρτία
«Τίποτε δεν υπάρχει ίσο ή ανώτερο από τους οικτιρμούς του Θεού. Γι’ αυτό όποιος απελπίζεται, σφάζει ο ίδιος τον εαυτό του» (λόγ. ε’, 23).
Υπάρχει συμφωνία σε όλους τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας που βασίζονται στην Αγία Γραφή, ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα στον κόσμο από την απελπισία. Την θεωρούν απείρως χειρότερη και από την ίδια την αμαρτία.
Κι ο Πονηρός ακόμη δεν χαίρεται τόσο όταν βλέπει τον άνθρωπο να αμαρτάνει, όσο όταν απελπίζεται. Γιατί στην αμαρτία υπάρχει διέξοδος: η μετάνοια. Όταν μετανοείς, από την κόλαση πας στον ουρανό.
Σαν τον άσωτο της γνωστής παραβολής: από τον άδη της ασωτείας βρέθηκε στην αγκαλιά του Θεού Πατέρα. Γιατί ακριβώς μετάνιωσε. Γιατί πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Η απελπισία όμως είναι ήδη ένας θάνατος, είναι μία αυτοκτονία, γιατί στην ουσία ο άνθρωπος σταματάει να υψώνει το βλέμμα του στον ουρανό. Μένει προσκολλημένος στον εαυτό του, στις ανύπαρκτες δυνάμεις του, στις πτώσεις του. Σαν τον χοίρο που κυλιέται στη λάσπη. Ο άγιος Ιωάννης το αναφέρει ωμά: «όποιος απελπίζεται, σφάζει ο ίδιος τον εαυτό του»!
Τι κρύβεται πίσω από την απελπισία; Γιατί ταυτίζεται με την ίδια την απιστία και τη βλασφημία επομένως του αγίου Πνεύματος – τη μόνη αμαρτία κατά τον Κύριο που δεν μπορεί ποτέ να συγχωρηθεί;
Κρύβεται η έλλειψη πίστης στην αγάπη του Θεού. Ο απελπισμένος έχει διαγράψει τον Θεό και την άπειρη αγάπη Του από τη ζωή του. Έχει διαγράψει συνεπώς τον Ιησού Χριστό και το όλο απολυτρωτικό έργο Του επί της γης. Κι αυτό γιατί έχει πιστέψει ότι η αμαρτία ή οι αμαρτίες του, οι θλίψεις κι οι δοκιμασίες του είναι υπεράνω αυτής της αγάπης.
Μα τι μπορεί να υπερβεί τον Θεό ή να θεωρηθεί ίσο προς την αγάπη Του; Απολύτως τίποτε. Έπεσες λοιπόν; Αμάρτησες; Ρίξε τον πληγωμένο εαυτό σου στα χέρια του μεγάλου Ιατρού. Θα σε θεραπεύσει αμέσως. Νιώθεις ότι οι θλίψεις και οι δοκιμασίες σ’ έχουν καταβάλει ή ότι οι αδικίες σε έχουν πνίξει; Κοίτα τον Κύριο. Όλα αυτά, σου λέει, είναι συμμετοχή στο Πάθος Του. Μαζί τα περνάτε. Γι’ αυτό και δεν θα σε αφήσει να δοκιμαστείς παραπάνω από όσο αντέχεις.
Και βεβαίως μη ξεχνάς το σημαντικότερο: Το Πάθος έχει και την άλλη όψη Του κι εκβάλλει πάντοτε σ’ αυτήν: την Ανάσταση!
«Όλες οι αμαρτίες του κόσμου, όλων των εποχών, είναι σαν μία σπίθα μπροστά στο πέλαγος. Τι μπορεί να κάνει η σπίθα στο πέλαγος; Έτσι, κι απείρως περισσότερο, είναι οι αμαρτίες του ανθρώπου μπροστά στο πέλαγος της αγάπης του Θεού» (ιερός Χρυσόστομος).

Κυριακή Β’ Νηστειῶν) «Λάμψον ἡμῖν Κύριε τό τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς»


 

 

 

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν

                                                                       κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

 

            Τήν δευτέρα Κυριακή τῶν Νηστειῶν ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη υἱός τοῦ ἀνεσπέρου φωτός, διαπρύσιος κῆρυξ τῆς εὐσεβείας, ὑπερασπιστής τῶν τῆς Ἐκκλησίας δογμάτων καί ὑπέρμαχος τῶν ἱερῶς Ἡσυχαζόντων.

            Αὐτός ὁ ἱερός πατήρ καί μέγας φωστήρ καί διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ἐγεννήθη στήν Κωνσταντινούπολη περί τό ἔτος 1296, ἀπό ἐναρέτους καί εὐγενεῖς γονεῖς, τόν Κωνσταντῖνο καί τήν Καλλονή. Ἐκ νεότητός του ἐσπούδασε στήν εὐσέβεια καί ἐπέλεξε ἀντί τῆς κοσμικῆς καί προσκαίρου γνώσεως καί σοφίας, τήν κατά Θεόν «μυστικήν θεωρίαν». Συναναστρεφόμενος μέ ἀσκητάς καί θεουμένους ἀνθρώπους, κατέστη ἀγωνιστής τόσο στήν πράξη, ὅσο καί στήν θεωρία.

            Ὁ θεοειδής αὐτός Ἱεράρχης καί τοῦ φωτός τοῦ θείου ἐκφάντωρ, ἀνεδείχθη Ποιμήν τῆς Θεσσαλονίκης, συγγραφεύς μέγας καί ἀγωνιστής ἐναντίον τῆς πλάνης τοῦ δολίου Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ, τοὐτέστιν αὐτοῦ τούτου τοῦ πνεύματος τῆς Δύσεως, τό ὁποῖο ἦτο καί εἶναι πνεῦμα πλάνης καί ἐκκοσμικεύσεως.

            Ἐπειδή κατά τήν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἐξαιρέτως τιμᾶται ἡ Θεοτόκος, στήν ὁποία κάθε Παρασκευή ψάλλομε τούς Χαιρετισμούς, καί ἐπειδή ὁ ἱερός Γρηγόριος μέ θέρμη ψυχῆς ἐζήτησε ἀπό τόν Θεό τόν θεῖο φωτισμό, διά πρεσβειῶν κυρίως τῆς Θεοτόκου, θά ἀναφερθοῦμε σέ αὐτό τό θέμα καί στό πῶς ὁ ἄνθρωπος γίνεται θεατής τοῦ Ἀκτίστου Φωτός τοῦ Θεοῦ.

            Ἀπό μικρός ὁ Ἅγιος συνήθιζε προτοῦ μελετήσῃ κάποιο κείμενο, νά κάμῃ τρεῖς μετάνοιες καί θερμή προσευχή ἔμπροσθεν τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ὥστε νά φωτίζεται ὁ νοῦς του, προκειμένου νά κατανοῇ καί νά ἀποστηθίζῃ τά ἱερά κείμενα.

             Ἐκεῖνο ὅμως τό περιστατικό, τό ὁποῖο ἐξόχως δεικνύει τήν θαυμαστή χάρη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἱερό Γρηγόριο, διά πρεσβειῶν τῆς Κυρίας Θεοτόκου, εἶναι τό παρακάτω.

            Ἀγωνιζόμενος στό Ἅγιον Ὅρος, κατά τό δεύτερο ἔτος τῶν μοναχικῶν ἀγώνων του, μέ ἀγρυπνίες, νηστεῖες καί προσευχές, μέ συγκέντρωση καί φυλακή τοῦ νοός, προέβαλε τήν Θεοτόκο ὡς ὁδηγό καί μεσίτρια, καί ζητοῦσε μετά δακρύων τήν βοήθειά της, κραυγάζων «Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος...».

            Ἐνῷ, λοιπόν, κάποια ἡμέρα εἶχε προσηλωμένο τόν νοῦ καί τήν καρδιά του στόν Θεό, αἴφνης παρουσιάσθη ἐνώπιόν του ἀνήρ σεμνοπρεπής καί σεβάσμιος, μέ πρόσωπο ἱλαρό καί γαλήνιο βλέμμα. Ἦτο ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ ἠγαπημένος μαθητής τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε:

«Ἦλθον, τέκνον, ἀπεσταλμένος ἀπό τήν ἁγιωτέραν τῶν ἁπάντων καί Βασίλισσαν τῶν Οὐρανῶν, διά νά σέ ἐρωτήσω, διά ποίαν αἰτίαν ἀνά πᾶσαν στιγμήν κραυγάζεις “Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος!”»

            Βλέπων τό θαῦμα ὁ Γρηγόριος, ἀπεκρίθη στόν ἅγιο ἐπισκέπτη:

«Καί τί ἄλλο πρέπει νά ζητῶ ἀπό τόν Θεό ἐγώ, ὅστις εἶμαι ἐμπαθής καί πλήρης ἁμαρτιῶν, παρά νά ἐλεηθῶ καί νά φωτισθῶ διά νά γνωρίζω τό θέλημά του καί νά τό ἐκτελῶ;».

            Ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἀπεκρίθη: «Ἡ Δέσποινα τῶν ἁπάντων ὁρίζει νά εἶναι βοηθός σου, καί ἐπίσης ἐγώ ὁ δοῦλος της νά σέ βοηθῶ».

            Ἐρωτᾶ ὁ θεῖος Γρηγόριος: «Καί ποῦ πρόκειται νά μέ βοηθῇ ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου; Εἰς τήν παροῦσαν ζωήν, ἤ εἰς τήν μέλλουσαν;».

            Ἀπεκρίθη ὁ Θεολόγος: «Καί εἰς τήν παροῦσαν ζωήν καί εἰς τήν μέλλουσαν».

            Ταῦτα εἶπεν ὁ θεῖος Ἰωάννης, καί ἀφοῦ ἐπλήρωσε χαρᾶς καί εὐφροσύνης τήν καρδία τοῦ Γρηγορίου, ἄφαντος ἐγένετο ἀπ’ αὐτοῦ.

       ● Καθώς καί ἐμεῖς ἀγωνιζόμεθα τόν ἱερό πνευματικό μας ἀγῶνα καί ἀντιλαμβανώμεθα, ὅτι τά σκοτάδια ἐνώπιόν μας, γύρω μας, ἀλλά καί ἐντός μας εἶναι τόσο πυκνά, ὑψώνoμε φωνή ἱκεσίας πρός τόν Πανοικτίρμονα Θεό: «Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος...». Στήν τόσο δύσκολη καί οὐχί ἄνευ πνευματικῶν κινδύνων πορεία καί ἀναζήτηση, στεκόμαστε γιά ἐνίσχυση καί πνευματική ἀναψυχή, ἐνώπιον τῆς παναγίας μορφῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ὁποίας τό φωτοφόρο πρόσωπο καταυγάζει τήν κτίση ὁλόκληρη, καί τό φεγγοβόλο βλέμμα της γαληνεύει καί θεραπεύει τήν τρωθεῖσα ἀπό τά βέλη τοῦ πονηροῦ καρδία μας. 

● Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι γνωστός ὡς ὑπερασπιστής τῶν ἱερῶς Ἡσυχαζόντων, ἀπό τούς ὁποίους ἐβιώθη ἡ ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Αὐτός ὁ πατήρ τῆς Ἐκκλησίας διετύπωσε τήν Θεολογία περί τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, καταυγασθείς  τόν νοῦν ταῖς θείαις ἀστραπαῖς.

Αὐτό τό φῶς ἐβίωνε ὁ Ἀδάμ πρό τῆς παρακοῆς, ἀφοῦ μετεῖχε τῆς Θείας ἐλλάμψεως. Αὐτή τήν λαμπρότητα φοροῦσε «ὡς στολήν δόξης» καί «οὐδ’ ἀσχήμων ὑπῆρχεν, ὅτι γυμνός», ἀλλ’ ἦτο ὡραιότερος καί φωτεινότερος καί λαμπρότερος ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι φέρουν ἐνδύματα κεκοσμημένα μέ χρυσάφι καί λίθους πολυτίμους, κατά τόν ἱερό Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.

Ἡ παράβαση ὅμως καί ἡ παρακοή ἐγύμνωσε τόν ἄνθρωπο καί ὡς ἐκ τούτου ἔχασε τήν φωτεινή καί λαμπρά ἀμφίεσή του. Οἱ Πρωτόπλαστοι, πλέον, αἰσθάνονται τήν γύμνωση καί γεύονται καί βιώνουν τό σκοτάδι τῆς ψυχῆς.

Αὐτή τήν γυμνή ἀνθρώπινη φύση τήν οἰκονόμησε, τήν ἐλέησε καί  τήν ἐφώτισε ὁ Κύριος, ἀφοῦ τήν προσέλαβε καί τήν ἕνωσε μέ τήν Θεία Του φύση, ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀναλοιώτως.

Ἐπάνω στό Θαβώριον Ὄρος, κατά τήν φοβερά ὥρα τῆς Μεταμορφώσεώς Του, ἐφάνη τό ἔνδυμα τοῦ Θείου φωτός μέ τό ὁποῖο περιεβλήθη ἡ ἀνθρωπίνη φύσις καί ἐθεώθη.

Αὐτό τό φῶς, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων δέν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, οὔτε κτιστόν φῶς, οὔτε φάντασμα φωτός, ἀλλά τό Ἄκτιστον Φῶς τοῦ Θεοῦ, ἄκτιστος καί Θεοποιός ἐνέργεια, καθ’ὅσον γνωρίζομεν ὅτι  «θεότης καθ’ ἑαυτήν ἀόρατος» (Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Ἐπιστολή Α’ πρός Κληδόνιον, 28). Ὅμως αὐτό τό φῶς, ἦτο πάντοτε ἀχώριστο τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, κατά τούς Ἁγίους Πατέρας. «Οὐ γάρ ἦν καιρός, ὅτε οὐκ ἦν μετ’ αὐτῆς, συνάναρχον αὐτῇ κατά χρόνον καί συναΐδιον» (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, Ἑορτοδρόμιον, Ἐκδ. Ὀρθ. Κυψέλης, Θεσσαλονίκη 1987, τόμος Γ’, σελ. 250-251).

Ὁ Βαρλαάμ ἐπολέμησε αὐτή τήν ἀλήθεια μέ μίσος καί σατανικό πάθος, ἀπορρίπτων τήν δυνατότητα τῆς θεωρίας τοῦ θείου καί Ἀκτίστου Φωτός, τήν ὁποία εἶχαν, ὡς βαθειά ἐσωτερική ἐμπειρία, οἱ Ἀσκητές.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὑπερασπίστηκε μέ ζέση ψυχῆς τούς Ἡσυχαστές, καί κατετρόπωσε τίς ὀρθολογιστικές καί ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας θέσεις τοῦ Λατινόφρονος καί αἱρετικοῦ Βαρλαάμ. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μέ τίς Συνόδους της στήν Κωνσταντινούπολη κατά τά ἔτη 1341, 1347, 1351, υἱοθέτησε καί περιέβαλε μέ κῦρος Συνοδικό τίς θέσεις τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τόν ἀνεκήρυξε διδάσκαλο ἀπλανῆ τῆς Ὀρθοδόξου καί ἀμωμήτου πίστεώς μας.

Μέ τήν παρουσία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἰρηνεύει καί καθίσταται μύστης θείων θεωριῶν καί κατοικητήριον τῆς Ἁγίας Τριάδος (Νικήτας Στηθᾶτος). Ὁ ἄνθρωπος διά τῆς ἐλλάμψεως τοῦ θείου φωτός ἀξιοῦται «βαθείας τινός αἰσθήσεως τοῦ ζῶντος Θεοῦ ἐν τῇ καρδίᾳ καί τῷ νοΐ», δέχεται τήν ἀποκάλυψη τῆς Θεότητος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν πεῖρα τῆς Ἀναστάσεως, ὡς πρόγευση τῆς μελλούσης μακαριότητος, κοινωνεῖ μέ τόν Θεό πρόσωπον πρός πρόσωπον καί ἀποκτᾶ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ).

● Προκειμένου ὅμως ὁ ἄνθρωπος νά γίνῃ θεατής τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, πρέπει νά καθάρῃ ἑαυτόν ἀπό τά πάθη, νά ἐργάζεται τήν νήψη, τήν μετάνοια, τήν αὐτομεμψία. Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος λέγει: «Ἒχειν δέ τόν νοῦν πάντοτε πρός τόν Θεόν, ἐν τε τῷ ὕπνῳ καί ἐγρηγόρσει, ἑστιάσει καί ὁμιλίᾳ, ἐργοχείρῳ τε καί πάσῃ ἄλλῃ πράξει, κατά τό προφητικόν λόγιον “προωρώμην τόν Κύριόν μου ἐνώπιόν μου διά παντός”. Ἡγοῦ δέ ἑαυτόν ἁμαρτωλότερον παντός ἀνθρώπου. Χρονιζούσης γάρ ταύτης τῆς μνήμης, πέφυκεν ἐγγίνεσθαι τῇ διανοίᾳ ἔλλαμψις δίκην ἀκτῖνος. Καί ὅσον ταύτην ἐπιζητεῖς, πολλῇ προσοχῇ καί ἀπερισπάστῳ διανοίᾳ, κόπῳ τε πολλῷ καί δάκρυσι, τηλαυγέστερον φαίνεται. Φαινομένη δέ ἀγαπᾶται∙ ἀγαπωμένη δέ, καθαίρει∙ καθαίρουσα δέ, θεοειδῆ ἀπεργάζεται, φωτίζουσα καί διδάσκουσα διακρίνειν τό καλόν ἀπό τοῦ χείρονος» (Κεφάλαια Πρακτικά καί Θεολογικά).

Ἀλλ’ ὅμως ἐκτός ἀπό τήν μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν καί τόν καλόν ἀγῶνα, χρειάζεται ἡ συμβουλή σοφοῦ καί ἐμπείρου πνευματικοῦ, θεουμένου καί πεφωτισμένου, ὁ ὁποῖος ἀπλανῶς θά ὁδηγῇ πρός τίς πνευματικές ἀναβάσεις καί τήν θεωρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός τοῦ Θεοῦ. Τό πρόσωπο αὐτό, τό ἔμπειρο τῆς θείας θεωρίας, εἶναι ὁ ζῶν μάρτυς, ὁ ὁποῖος ἐπιβεβαιώνει τά τῆς πίστεως, ἀφοῦ ἠξιώθη πρό ἡμῶν τῆς θείας ἐπισκέψεως (π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ).

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στό Συμβουλευτικό Ἐγχειρίδιο, γράφει λόγια γλυκύτατα περί τοῦ θέματός μας:

«...καθώς τό αἰσθητό φῶς τοῦ ἡλίου, διαφάνειαν καί λαμπρότητα παρέχον εἰς τούς σωματικούς ὀφθαλμούς, δίδει δύναμιν εἰς αὐτούς νά διακρίνωσι δι' αὐτοῦ ὅλα τά ἐν τῷ αἰσθητῷ κόσμῳ ὁρατά κτίσματα, οὕτω καί τό νοητόν φῶς τοῦ ὑπερουσίου ἡλίου, νοεράν ἔλλαμψιν καί διαφάνειαν εἰς τούς ψυχικούς ὀφθαλμούς χαριζόμενον, δίδει δύναμιν εἰς αὐτούς νά διακρίνωσι δι' αὐτοῦ καί νά θεωρήσωσιν ὅλας τάς ἄλλας τοῦ Θεοῦ τελειότητας, καί πάντα τά ἐν τῷ νoερῷ κόσμῳ μακάρια θεάματα καί μυστήρια τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».

Περαίνοντας τήν παραπάνω ἀναφορά μας στό ἐν λόγῳ θέμα, ὀφείλομε νά σημειώσωμε ὅτι ἡ «Δύση», τήν ὁποία ἐξέφρασε ὁ Βαρλαάμ, παραμένει ἐγκλωβισμένη στίς ἀνορθόδοξες θεωρίες της καί στήν πλάνη της, μή δεχομένη τό ἄκτιστον τῆς θείας χάριτος, μέ ἀποτέλεσμα νά μή ὁμιλοῦν οἱ Δυτικοί περί θεώσεως, ἀλλά περί ἠθικῆς προόδου τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἐπιθυμεῖ ἁπλῶς, ὁ ἄνθρωπος νά γίνῃ «καλός ἄνθρωπος, νά καλλιτευρεύσῃ δηλ. ἠθικά, ἀλλά ἐπιθυμεῖ τόν ἁγιασμό καί τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἐπιτυγχάνεται μέ τούς ἱερούς ἀγῶνες καί καμάτους, ἐν τῇ Ἁγία ἡμῶν Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, ἥτις «ἐν τοῖς μυστηρίοις σημαίνεται». (Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας).