Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

«Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων»

«Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων»
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος εξεδόθη ένα δίτομο έργο του Jean Claude Larchet με τίτλο «Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων» και υπότιτλο «Εισαγωγή στην ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Το δίτομο αυτό έργο παρουσιάσθηκε κατά επίσημο τρόπο στην Αρχαιοελληνική Εταιρεία στην Αθήνα την 7η Απριλίου 2009. Μεταξύ των παρουσιαστών είχα την τιμή να συμμετέχω και ευθύς αμέσως δημοσιεύω τα βασικά σημεία του κειμένου μου.

1. Η προσωπική μου συμμετοχή στην παρουσίαση
Όταν προσκλήθηκα να συμμετάσχω ως παρουσιαστής στην σημερινή εκδήλωση, σκέφθηκα για το ποιά ήταν τα κριτήρια με τα οποία μου έγινε η πρόταση. Υποψιάσθηκα ότι προσκλήθηκα διότι για πολλά χρόνια ασχολούμαι με την διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με την θεραπεία του ανθρώπου.
Πράγματι, διαβάζοντας το βιβλίο του Jean Larchet αισθάνθηκα μία ικανοποίηση, διότι κατά κάποιον τρόπο επιβραβεύθηκαν και με αυτό το έργο οι κόποι μου και οι προσπάθειές μου στον τομέα αυτό, διότι εδώ και 25 χρόνια περίπου ασχολούμαι με το θέμα της ορθοδόξου θεραπείας. Ήδη το έτος 1986 εξεδόθη το βιβλίο μου με τίτλο «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία» και υπότιτλο «Πατερική θεραπευτική αγωγή» και σήμερα αριθμεί εννέα εκδόσεις στην ελληνική γλώσσα, καθώς επίσης μεταφράσθηκε και σε πολλές γλώσσες, μεταξύ των οποίων και στην γαλλική γλώσσα.
Το βιβλίο αυτό δημιούργησε ευρύτατη συζήτηση στο ελληνικό κοινό, με αποτέλεσμα να εκδοθούν άλλα πέντε βιβλία με τους τίτλους «Θεραπευτική Αγωγή» (5 εκδόσεις), «Συζητήσεις για την Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία» (4 εκδόσεις), «Ψυχική ασθένεια και υγεία» (5 εκδόσεις), «Υπαρξιακή ψυχολογία και ορθόδοξη ψυχοθεραπεία» (3 εκδόσεις), εσχάτως δε «Η Ιατρική εν Πνεύματι επιστήμη» (2 εκδόσεις) και πολλά άλλα βιβλία και κείμενα που αναφέρονται στο σημαντικό αυτό θέμα.
Ενδιαφέρον προκλήθηκε από ξένους ειδικούς επιστήμονες. Πρέπει να σημειωθή ότι ο όρος «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία», τον οποίο για πρώτη φορά χρησιμοποίησα, με το ορθόδοξο περιεχόμενό του, υιοθετήθηκε από την Αμερικανική Ψυχολογική Ένωση το έτος 2000, η οποία περιέλαβε στο βιβλίο «Εγχειρίδιο Ψυχοθεραπείας και Θρησκευτικής Ποικιλομορφίας» ένα κεφάλαιο σχετικά με την Ψυχοθεραπεία με Ανατολικούς Ορθοδόξους Χριστιανούς με σκοπό να βοηθήση τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας στο έργο τους και να προσελκύση το ενδιαφέρον τους σε θρησκευτικά θέματα και παραδόσεις. Στο κεφάλαιο αυτό του βιβλίου της Αμερικανικής Ψυχολογικής Ένωσης περιλαμβάνονται βιβλιογραφικές αναφορές, μεταξύ των άλλων, και από το βιβλίο μου με τίτλο «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία».
Πάντοτε με απασχολούσε το θέμα της ουσίας της Ορθοδόξου Θεολογίας και της εκκλησιαστικής ζωής, στην προσπάθειά μου να υπερβώ τον σχολαστικισμό και τον ηθικισμό, καθώς επίσης και την ψυχολογικοποίηση της εκκλησιαστικής ζωής. Η δυτική θεολογία είναι εμποτισμένη από τα στοιχεία αυτά που προανέφερα (σχολαστικισμός, ηθικισμός, ψυχολογικοποίηση) και δυστυχώς αυτά εν πολλοίς έχουν μεταφερθή και στον δικό μας εκκλησιαστικό χώρο και κατά συνέπειαν έχουν επηρεασθή, με διαφόρους βαθμούς, τόσο η θεολογική ακαδημαϊκή επιστήμη όσο και η εκκλησιαστική πρακτική ζωή.
Ο Άνσελμος Καντερβουρίας με την περί εξιλεώσεως της θείας δικαιοσύνης διδασκαλία του, σαφώς έχει επηρεασθή από το φεουδαλιστικό σύστημα που επικρατούσε την εποχή εκείνη στην Δύση και εξέφρασε την σχέση του Θεού με τον άνθρωπο, ως σχέση ενός Φεουδάρχη με τους δούλους υπηκόους του, που ζητά να επιβάλη την τάξη στην δημιουργία και ερμηνεύοντας την σωτηρία του ανθρώπου ως μια εξιλέωση της θείας δικαιοσύνης, ωσάν να έχη ανάγκη θεραπείας ο Θεός και όχι ο άνθρωπος.
Ο Θωμάς ο Ακινάτης, ένας σημαντικός σχολαστικός θεολόγος, στα έργα του λογικοποίησε την πίστη του ανθρώπου προς τον Θεό και παρουσίασε τον Θεό ως ένα αντικείμενο της λογικής επεξεργασίας. Επηρεάσθηκε σαφέστατα από τον Αυγουστίνο με την αρχή «πιστεύω ίνα κατανοήσω» και προσπάθησε να συνδέση τις απόψεις του Αυγουστίνου με την αριστοτελική φιλοσοφία.
Η προτεσταντική ηθική, επηρεάσθηκε σαφέστατα από τον ψυχολογισμό του Αυγουστίνου και ανέπτυξε έντονα τον ηθικισμό-ευσεβισμό που επηρέασε την Ευρώπη στην ανάπτυξη της ουμανιστικής ψυχολογίας.
Εδώ πρέπει να σημειωθή η διαφορά μεταξύ της διδασκαλίας του ιερού Αυγουστίνου, όπως φαίνεται στις Εξομολογήσεις του, και του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, όπως παρατηρείται στα έργα του, στα οποία γίνεται ανάλυση για τον νου, την ενέργεια των παθών, την σχέση μεταξύ ηδονής και οδύνης, και τα σχετικά με την πρακτική φιλοσοφία, την φυσική θεωρία και την μυστική θεολογία. Η διαφορά αυτή μεταξύ των δύο αυτών ανδρών στην πραγματικότητα δείχνει την διαφορά μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής παραδόσεως.
Όμως, η όλη βιβλικοπατερική παράδοση είναι σαφώς διαφορετική από τα ρεύματα τα οποία με συντομία αναφέρθησαν προ ολίγου, γιατί δεν εμπνέεται από την δικανική αντίληψη περί Θεού, αλλά από την θεραπευτική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η ενανθρώπηση του Χριστού είναι έργο της αγάπης του Θεού και η σωτηρία του ανθρώπου είναι αποτέλεσμα της συνέργειας Θεού και ανθρώπου μέσα από την θεραπευτική παράδοση που συναντάται διάχυτα μέσα στα μυστήρια, την λατρεία και τα κείμενα των αγίων Πατέρων.
Για να είμαστε δίκαιοι την όλη αυτήν ορθόδοξη προοπτική στην Ελλάδα την καλλιέργησε έντονα ο αείμνηστος π. Ιωάννης Ρωμανίδης όχι μόνον με το σημαντικό βιβλίο του «Το προπατορικό αμάρτημα», αλλά και με τα μετέπειτα κείμενά του, τα οποία σαφέστατα κάνουν λόγο για την ζωή της Εκκλησίας ως θεραπείας και την θεολογία της Εκκλησίας ως μιας θεραπευτικής μεθόδου για να φθάση ο άνθρωπος στην εμπειρία του Θεού.
Είχα μελετήσει τα έργα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και γενικά των Φιλοκαλικών Πατέρων της Εκκλησίας, όταν συνάντησα τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη και τα έργα του, οπότε ενισχύθηκα στην πεποίθηση αυτή. Δεν πρέπει να αγνοήση κανείς και την θεολογική προσφορά του π. Γεωργίου Μεταλληνού στο θέμα αυτό, ο οποίος πάντοτε παρουσιάζει τον θεραπευτικό χαρακτήρα της ορθοδόξου θεολογίας. Το ίδιο έκαναν και άλλοι Καθηγητές των Θεολογικών μας Σχολών. Με την ευκαιρία αυτή θα πρέπει να επισημάνω την μεγάλη προσφορά του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου στο θέμα αυτό, ειδικά με το βιβλίο του «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον» η «Περί φυλακής των πέντε αισθήσεων», το οποίο είναι η πεμπτουσία όλης της φιλοκαλικής παραδόσεως.

2. Η αξία του έργου του Jean Larchet
Το δίτομο έργο του Jean Claude Larchet είναι σημαντικό, γιατί έχει τα γνωρίσματα ενός θεολογικού συστηματικού έργου. Ο ίδιος έχει μελετήσει επαρκώς την Αγία Γραφή, τα λειτουργικά και λατρευτικά κείμενα της Εκκλησίας, τις αποφάσεις των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, και τα έργα των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, έχει συλλέξει όλα τα σχετικά χωρία που αναφέρονται στην ίαση, την θεραπεία, την υγεία κλπ. και τα έχει παρουσιάσει με έναν μεθοδικό τρόπο, χωρίς να θεωρηθή σχολαστικός.
Όλο το δίτομο έργο διαρθρώνεται σε έξι (6) ενότητες. Στην πρώτη εκτίθενται σημαντικά ανθρωπολογικά προλεγόμενα σχετικά με την υγεία των Πρωτοπλάστων προ της πτώσεως και την αρχή των νοσημάτων μεταπτωτικά, στην δεύτερη ενότητα γίνεται η νοσογραφία, η σημειολογία και η παθογένεση των πνευματικών νοσημάτων, στην τρίτη ενότητα παρατίθενται οι γενικές προϋποθέσεις της εκκλησιαστικής θεραπευτικής, στην τέταρτη καταγράφεται η θεραπευτική πράξη, στην πέμπτη ενότητα αναλύεται η θεραπευτική των παθών και η απόκτηση των αρετών και τέλος στην έκτη ενότητα γίνεται αναφορά στην αποκτηθείσα πνευματική υγεία.
Όταν ο αναγνώστης μελετήση τα κεφάλαια και των δύο αυτών βιβλίων, διαπιστώνει και την εργώδη προσπάθεια την οποία κατέβαλε ο συγγραφεύς του και την συστηματικότητα με την οποία εργάσθηκε.
Όπως ο ίδιος διαπιστώνει, σκοπός της μελέτης του είναι «να δείξει ότι η ορθόδοξη Ασκητική περιγράφει λεπτομερέστατα την νοσούσα κατάσταση του πεπτωκότος ανθρώπου» και οδηγεί «στην θεραπευτική και την ίαση, οι οποίες αποτελούν τους στόχους της άσκησης», καθώς επίσης και ότι θέλει να δείξη «με τον ίδιο συστηματικό και μεθοδικό τρόπο ότι η ορθόδοξη Ασκητική παρουσιάζει συγκεκριμένη θεραπευτική, γεγονός που κάνει την Ασκητική να εμφανίζεται ως αληθινή πνευματική ιατρική του όλου ανθρώπου» (Α Τόμος, σελ. 15-16).
Επίσης, ο ίδιος τονίζει ότι η ορθόδοξη ασκητική είναι «θεανθρώπινη θεραπευτική» και «έχει ως κανόνα και μέτρο της υγείας και της τελειότητος την τέλεια ανθρώπινη φύση, την οποία μας έδειξε στο Πρόσωπό Του ο σαρκωμένος Λόγος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός». Και βεβαίως ότι «ο έσχατος στόχος της άσκησης είναι να επιτρέψη στον άνθρωπο την πλήρη μετοχή στην ζωή των θείων Προσώπων» και «το στοιχείο που της προσδίδει δύναμη, είναι ότι θεμελιώνεται πλήρως στην χάρη της σωτηρίας και της θέωσης». Φυσικά αυτό γίνεται μέσα στην Εκκλησία του Χριστού με την λήψη του Αγίου Πνεύματος (Β Τόμος, σελ. 586-587).

3. Σημαντικές διευκρινίσεις
Η μεγάλη αξία του έργου του Jean Larchet έγκειται σε πολλά, αλλά για την οικονομία του χρόνου θα ήθελα να καταθέσω δύο συγκεκριμένα σημεία, στα οποία θα φανή η σημαντικότητα του έργου.
Πρώτον. Όταν κάνουμε λόγο για θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων, ασφαλώς εννοούμε την μυστηριακή, αλλά και την ασκητική ζωή της Εκκλησίας, όπως φαίνεται στο δίτομο αυτό έργο του κ. Jean Larchet. Μυστήρια και άσκηση συνδέονται στενά μεταξύ τους, αφού μυστήρια χωρίς άσκηση δεν μπορεί να ενεργήσουν αποτελεσματικά και άσκηση χωρίς μυστήρια, ιδιαιτέρως την θεία Ευχαριστία, δεν ωφελούν τον άνθρωπο. Σημαντική προσφορά στο θέμα αυτό συναντούμε στην διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο οποίος αφ' ενός μεν αντιμετώπισε την διδασκαλία του Βαρλαάμ που δεχόταν τα μυστήρια χωρίς τον ησυχασμό, αφ' ετέρου δε αντιμετώπιζε την ανατολική παράδοση που δεχόταν μια άσκηση χωρίς μυστηριακή και κυρίως ευχαριστιακή ζωή.
Αυτή, όμως, η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων που συνιστά την ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι η πεμπτουσία του ησυχασμού, ήτοι της νηπτικής διδασκαλίας της Εκκλησίας. Δηλαδή, όταν κάνουμε λόγο για θεραπεία, εννοούμε την όλη ησυχαστική νηπτική ζωή της Εκκλησίας.
Αυτό το συναντούμε στην διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, που ανέπτυξε και κατοχύρωσε θεολογικά τον ορθόδοξο ησυχασμό. Αυτό το βλέπουμε στην Φιλοκαλία των νηπτικών Πατέρων της Εκκλησίας («Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών συνερανισθείσα παρά των αγίων και θεοφόρων Πατέρων»), τίς οποίας ο υπότιτλος είναι πολύ χαρακτηριστικός: «εν η δια της κατά την πράξιν και θεωρίαν ηθικής φιλοσοφίας ο νους καθαίρεται, φωτίζεται και θεούται».
Όλο αυτό το ρεύμα του ησυχασμού και της νηπτικής ζωής αναπτύχθηκε τον 18ο αιώνα από τους λεγομένους Κολλυβάδες η Φιλοκαλικούς Πατέρες και με τα έργα τους πέρασε στην εποχή μας. Θεωρώ ότι ύστερα από μια σχολαστική επιρροή στην θεολογική σκέψη και εκκλησιαστική ζωή ήδη με έργα πολλών νεωτέρων, αλλά και με την παρουσία ζωντανών προτύπων, όπως είναι μεγάλοι Γέροντες και Στάρετς της εποχής μας, ο ησυχαστικός φιλοκαλικός τρόπος ζωής αρχίζει να θεωρήται ως σημαντικό κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής.
Αυτό λέγεται από την άποψη ότι η νηπτική-ησυχαστική-φιλοκαλική παράδοση δείχνει το «πως» της ορθοδόξου θεολογίας και της εκκλησιαστικής ζωής. Δεν πρέπει να παραμένουμε μόνον στο «τι» αλλά και στο «πως». Και, βεβαίως, η φιλοκαλική ησυχαστική παράδοση που διαφέρει σαφέστατα από τον ορθολογισμό-στοχασμό και τον ηθικισμό-ευσεβισμό πρέπει να θεωρήται ως προϋπόθεση της σωστής κοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό και τους συνανθρώπους του. Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης έλεγε ότι θεραπεία στην πραγματικότητα είναι το πως η ιδιοτελής αγάπη θα μετατραπή σε ανιδιοτελή αγάπη. Αυτό το «πως», όταν ερμηνεύεται θεολογικά και εκκλησιαστικά, αποτελεί ουσιαστικό γνώρισμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Δεύτερον. Όταν μιλούμε για θεραπεία των πνευματικών νοσημάτων, ασφαλώς αυτή η θεραπεία διαφοροποιείται από την θεραπεία την οποία επιδιώκουν τα διάφορα ουμανιστικά η θρησκευτικά συστήματα, που επικρατούν στην εποχή μας. Διότι διακρίνονται από μια διαφορετική ανθρωπολογία και κοινωνιολογία.
Όμως, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι υπάρχουν αλληλεπιδράσεις μεταξύ ψυχής και σώματος, μεταξύ πνευματικών, ψυχικών και σωματικών ασθενειών, μεταξύ ψυχικών και νευροβιολογικών διαταραχών και μεταξύ βιολογικών και σατανικών επιδράσεων. Μάλιστα, οι ίδιοι οι Χριστιανοί που είναι άρρωστοι κάνουν σύγχυση αυτών των πραγματικοτήτων, οπότε μια ψυχική διαταραχή, όπως την εννοεί η σύγχρονη επιστήμη, την αποδίδουν σε δαιμονικές ενέργειες, η ακόμη δαιμονικές ενέργειες ερμηνεύονται μέσα από όρους της συγχρόνου ψυχολογίας. Επίσης, υπάρχουν νευρικές και ψυχολογικές διαταραχές που ερμηνεύονται ως πνευματικές καταστάσεις η ψυχικές ασθένειες.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον και αυτή η ίδια η ουμανιστική ψυχολογία πέρασε διάφορα στάδια, ήτοι αποδεσμεύθηκε από την φιλοσοφία, έγινε συμπεριφοριστική και γνωσιακή, έφθασε στην εξελικτική ψυχολογία και στην εποχή μας η ίδια κάνει μια επανάσταση και έτσι συνδέεται η εξελικτική ψυχολογία με τις νευροεπιστήμες.
Το πρόβλημα πάντως παραμένει, γιατί ο άνθρωπος ούτε πρέπει να θεωρηθή ως μια ψυχολογική οντότητα που εξετάζεται ανεξάρτητα από τα νευρολογικά προβλήματα και τις πνευματικές ασθένειες, ούτε ως μια ζωντανή μηχανή χωρίς ψυχή και Άγιον Πνεύμα, αλλά θα πρέπη να αντιμετωπισθή στην ολότητά του ως ένα ον που έχει ψυχή και σώμα, το οποίο έχει αναφορά τον Θεό και δια του Χριστού και της Εκκλησίας πρέπει να φθάση στην θέωση και τον αγιασμό και έτσι να αποκτήση και το Άγιον Πνεύμα.
Έτσι, ο Πνευματικός Πατέρας ως πνευματικός ιατρός θα βλέπη τα νοσήματα του ανθρώπου, θα έχη σκοπό να τον οδηγήση δια της Εκκλησίας στην θέωση και τον αγιασμό, αλλά θα διακρίνη και τις επιρροές, είτε τις δαιμονικές είτε τις νευροβιολογικές, και θα χειρίζεται το θέμα ανάλογα, παραπέμποντας στους ειδικούς που ασχολούνται με τα θέματα αυτά, δηλαδή είτε στους πεπειραμένους στα θεία για τις υψηλές πνευματικές καταστάσεις, είτε στους νευρολόγους και ψυχιάτρους, για τις ανάλογες ασθένειες.
Τελικά, το δίτομο έργο του κ. Jean Claude Larchet «Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων» θα βοηθήση αποτελεσματικά να αντιμετωπισθή η χριστιανική ζωή μέσα από αυτό το πνεύμα, ότι ο Χριστός είναι ιατρός του ανθρώπου και η Εκκλησία είναι πνευματικό θεραπευτήριο, ώστε να αποφευχθή τόσο ο σχολαστικισμός–ορθολογισμός όσο και ο ηθικισμός-ψυχολογισμός, που αλλοιώνουν την βιβλιοκοπατερική παράδοση.
Προσωπικά θέλω να συγχαρώ γι' αυτό το έργο και τον συγγραφέα, που το συνέγραψε, και τον κ. Χρήστο Κούλα, που το μετέφρασε, και την Αποστολική Διακονία, που το εξέδωσε. Και εύχομαι εμείς οι Κληρικοί να γίνουμε πνευματικοί ιατροί που θα θεραπεύουμε τα πνευματικά νοσήματα των ανθρώπων εν Χριστώ Ιησού στην Εκκλησία, αφού υπάρχει τόσο μεγάλος πόνος, αλλά και οι λαϊκοί να αναζητούν τους αληθινούς πνευματικούς ιατρούς και όχι τους ψευδογιατρούς για να βρουν ψυχική ανάπαυση και να φθάσουν από το κατ' εικόνα στο καθ' ομοίωση, αυτό που από την Αγία Γραφή ονομάζεται τελείωση και δοξασμός και από τους αγίους Πατέρας της Εκκλησίας χαρακτηρίζεται θέωση.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας.

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Ησυχασμός και Σουφισμός

Ησυχασμός και Σουφισμός PDF Εκτύπωση E-mail
Ορθοδοξία και Ισλάμ. Το Ισλάμ στην Ευρώπη
Ακαδημαϊκό Έτος 2006-07

Ησυχασμός και Σουφισμός
(Περίληψη εισήγησης στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, Σάββατο 5 Μαΐου 2007)
ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΜΠΕΡΙΔΗΣ



Ησυχασμός και παλαμισμός είναι παράγωγοι όροι που επινοήθηκαν από λογίους της Δύσης ως αντίστοιχοι του quietisme, το κίνημα του 17ου αιώνα. Στην Ορθοδοξία δεν χρησιμοποιούνται αυτά τα παράγωγα, αφού δεν πρόκειται περί ησυχαστικού κινήματος, άλλα περί ιερώς ησυχαζόντων. Παρόμοια διαπίστωση ισχύει και για το σουφισμό, αφού και εδώ δεν παρατηρείται οργανωμένο κίνημα σουφίδων στη Μικρά Ασία, άλλα επικράτηση δύο μυστικών ταγμάτων, των Μεβλεβίδων και Μπεκτασίδων, με εντελώς διαφορετική συγκρότηση μεν, άλλα με κοινό σκοπό τον προσηλυτισμό και την διάδοση του Ισλάμ μεταξύ των αυτοχθόνων πληθυσμών της Μικράς Ασίας.
Ο ιδρυτής των Μπεκτασί Χατζη-Μπεκτάς έρχεται στη Μικρά Ασία γύρω στα μέσα του 13ου αιώνα από το Χορασάν ακολουθώντας τις μετακινήσεις τουρκομανικών νομαδικών φύλων, που εισβάλλουν στη Μικρά Ασία. Πριν όμως την οργάνωση των Μπεκτασίδων σε τάγμα, που δεν μαρτυρείται μέχρι τον 15ο αιώνα, με την τελική μορφή συγκρότησής του σε οργανωμένη αδελφότητα να ολοκληρώνεται τον 16ο αιώνα από τον Μπαλίμ Σουλτάν, γεννημένο από Χριστιανή μητέρα και Μπεκτασί πατέρα στο Διδυμότειχο, η Μικρά Ασία γίνεται ο χώρος όπου φανερώνεται καθαρά ο τρόπος λειτουργίας των ταγμάτων και ο ρόλος που διαδραματίζουν στην κατάκτηση των ανατολικών επαρχιών του Βυζαντίου.

Σε αντίθεση με την αστραπιαία διάδοση του Ισλάμ στη Μέση Ανατολή, στη μικρή ανατολή η κατάκτηση ολοκληρώνεται σε πέντε αιώνες. Πρόκειται για μία αργή διείσδυση τουρκομάνικων φύλων στην Μικρά Ασία, που έχει αρχίσει πριν από τη μάχη του Μαντζικέρτ το 1071, στις αρχές του 11ου αιώνα αν όχι νωρίτερα, και που θα ολοκληρωθεί με την άλωση της Τραπεζούντας το 1461. Στη μακρά διάρκεια αυτής της επίμονης διείσδυσης και σταδιαίας κατάκτησης κύριο ρόλο στην εξάπλωσή της παίζουν οι θρησκευτικοί ηγέτες, με πρώτους τους γκαζήδες, ένα είδος πνευματικών πολεμαρχών, που δίνουν σταδιακά τη θέση τους στους μπαμπάδες, στους πνευματικούς ηγέτες σουφίδικων ταγμάτων.
Οι μπαμπάδες ανήκουν κυρίως στα ντερβίσικα τάγματα των Καλεντερί, των Χαινταρί και των Ριφαΐ, με πρωταρχικό στοιχείο τους Καλεντερί, όπου άνηκε και ο δάσκαλος τού Χατζη-Μπεκτάς. Όταν κάνομε λόγο για κινήματα μέσα στην παράδοση του σουφισμού, αναφερόμαστε, σε τάγματα ντερβίσηδων που έχουν δώσει πολιτική χροιά στη συγκρότησή τους και εξυπηρετούν δευτερεύοντες σκοπούς από αυτούς που είχαν εμπνεύσει τη δημιουργία της μυστικής παράδοσης του σουφισμού.
Μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση επικεντρώνεται σε ορισμένες ομοιότητες που εκδηλώνονται με την μοναστική παράδοση του χριστιανισμού. Και ο σουφισμός, η τασσαβούφ, η μυστική μέθοδος των σουφίδων, έλαβε την αρχή της στην αντίδραση που εκδηλώθηκε εναντίον της εκκοσμίκευσης και χλιδής της αυλής των Ουμαγιάδων της Δαμασκού, και τροφοδότησε μια ασκητική τάση σε όσους αναζητούσαν μια έντονη πνευματική μορφή ισλαμισμού, έξω από τα στεγανά πλαίσια μιας δικανικής αντίληψης του Ισλάμ, κύριο γνώρισμα του μονολιθικού σουνισμού του χαλιφάτου των Ουμαγιάδων. Τότε παρουσιάστηκε η σχολή Μπατινίγια (μπατίν, αόρατο) που κύριο μέλημά της ήταν η ερμηνεία του Κορανίου σύμφωνα με την αλληγορική και εσωτερική μέθοδο.
Αυτός που επιθυμούσε την ένωσή του με τον Θεό, μπορούσε να το πετύχει μέσα από την απάρνηση του κόσμου, την αναγωγή του σε μία πραγματικότητα όπου τα πάντα προσλάμβαναν μία εσωτερική ερμηνεία με την αναφορά τους σε μία συμβολική πραγματικότητα, όπου ο άνθρωπος μέσα από την ατομική ασκητική του προσπάθεια συναντιόταν με έναν Θεό που αποκαραδοκούσε την ένωσή του με τον δούλο της αγάπης του, τον άμπντ, τον υποτακτικό, τον αμπντάλη του. Κατά τη γνωστή διατύπωση του Ιμπν Αραμπί, οποίος γνωρίζει τον εαυτό του γνωρίζει τον Θεό του. Ο εαυτός είναι ο τόπος της συμπάθειας του Θεού προς τον άνθρωπο και της θεοπάθειας του άνθρωπου που πραγματοποιείται μέσα στον Θεό. Για αυτό το λόγο μπορούσε να διακηρύξει ο Αλ Χαλλάτζ είμαι ο Θεός, Άνα-αλ Χακκ, και ο Ιμπν Άραμπι είμαι το μυστικό του Θεού, Άνα σιρρ αλ-Χακκ.
Σύντομα, οι δικανικοί ερμηνευτές του ορθολογικού Ισλάμ τοποθετήθηκαν εναντίον του μυστικού ρεύματος του σουφισμού. Ο Αλ Χαλλάτζ εκτελέστηκε στη Βαγδάτη το 922, κατόπιν της φάτουα που εξέδωσε εναντίον του ο μέγας καντί των Αββασίδων με την γενική κατηγορία πως η διδασκαλία του έθετε σε κίνδυνο τα δόγματα του Ισλάμ, ο Αιν αλ-Κοζάτ Χαμαντανί, μαθητής του Αχμάντ Γκαζαλί, εκτελέστηκε στα τριάντα τρία του χρόνια το 1131, και ο Σοχραγουαρντί, ο μέγας ερμηνευτής του μυστικού φωτός, ο Σαΐχ αλ Ισράκ, στα τριάντα έξι του εκτελέστηκε κρυφά στο κάστρο του Χαλεπιού από τον περίφημο Σαλαχαντίν των Σταυροφοριών, το 1191.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της αδιαλλαξίας των ουλεμάδων δεν θα πρέπει να μας φανεί παράξενο το φαινόμενο της συρροής των ντερβίσηδων στον ελεύθερο από δογματικές ιδεοληψίες, στην ουσία θεολογικώς ακατέργαστο, μικρασιατικό χώρο. Έτσι εξηγείται και η εμφάνιση του Τζελαλεντίν Ρουμί στην αυλή των Σελτζούκων. Γύρω από τον Ρουμί άρχισε να δημιουργείται ένας κύκλος μαθητών, που του προσέδωσαν τον τίτλο Μεβλανά, ο Κύριός μας, από όπου το τάγμα Μεβλεβί. Σε αντίθεση με τον σαμανιστικό και λαϊκό χαρακτήρα του τάγματος των Μπεκτασίδων, οι Μεβλεβίδες επιδόθηκαν σε μία εκλεπτυσμένη μορφή λατρείας που διαδόθηκε μέσα από μια υψηλή μορφή περσικής ποίησης, έντεχνων μουσικών μελισμάτων, χορογραφικών συμβολικών τύπων και εξευγενισμένων ηθών. Στο συναξάρι των Μεβλεβί, το Μενακίμπ αλ αριφίν, συνταγμένο από τον Εφλακί στον δέκατο τέταρτο αιώνα, ο ίδιος ο Ρουμί ευχαριστεί τον Θεό που τον οδήγησε στην πανέμορφη Μικρά Ασία […] στη Χώρα των Ρωμιών για να γίνω ένα με αυτούς και να τους οδηγήσω στην αληθινή πίστη!
Το γεγονός πως τα πιο φωτισμένα πνεύματα του σουφισμού του 12ου και του 13ου αιώνα, ο Σουχραγουαρντί και ο Ιμπν Άραμπι ταξίδεψαν στη Μικρά Ασία και επισκέφτηκαν το σουλτανάτο του Ικονίου φανερώνει τη σημασία που προσέδιναν οι σουφίδες σε αυτό το κέντρο του ισλαμικού πολιτισμού. Καταβάλλονται συντονισμένες ενέργειες για τον εξισλαμισμό των χριστιανικών πληθυσμών. Και τα δύο Συναξάρια των βίων αγίων των δύο ταγμάτων, το Βιλαγετναμέ των Μπεκτασίδων και το Μενακίμπ αλ αριφίν των Μεβλεβίδων βρίθουν από περιπτώσεις εξισλαμισμών που φανερώνουν τον βαθμό προσχώρησης στο Ισλάμ των χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, που οφείλεται κυρίως στο ιεραποστολικό έργο από τους ντερβίσηδες.
Τα ευαγή καταστήματα των νέων κατακτητών, τα βακούφια και τα φιλανθρωπικά ιδρύματά τους, τα τεμένη και τα αναπαυτήριά τους κτίστηκαν κυριολεκτικά πάνω στα ερείπια των ευαγών ιδρυμάτων, των εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών καταστημάτων, εκκλησιών και μοναστηριών των εκτοπισμένων και εξισλαμισμένων, άλλα και των λιγοστών εναπομεινάντων χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, που είχαν επωμισθεί τώρα την ευθύνη της συντήρησης τους, μεταμορφωμένα σε μουσουλμανικά ιδρύματα. Η παρακμή του χριστιανισμού και η υποχώρηση του ρωμαϊκού στοιχείου είναι παντού αισθητή. Οι πολυάνθρωπες και πλούσιες πόλεις της Μικράς Ασίας που έχουν πυρποληθεί, λεηλατηθεί, καταληφθεί, είναι αναρίθμητες. Με αυτές τις συνθήκες, με τους μαζικούς εξισλαμισμούς, την απορρόφηση του ρωμαϊκού στοιχείου μέσα στο τουρκομανικό, είναι δύσκολο να ειδωθούν οι σχέσεις μεταξύ ντερβίσηδων και μοναχών, σουφί και ησυχαστών, σε άλλο πλέγμα έκτος από αυτό του εξισλαμισμού και της ιεραποστολής.
Από το Βιλαγετναμέ γίνεται φανερό πως κάθε προσπάθεια προσέγγισης των δύο θρησκειών έχει προσηλυτιστικά κίνητρα. Ο Χατζη-Μπεκτάς παρουσιάζεται ως μετεμψύχωση και ταυτίζεται με τον ιδιαίτερα προσφιλή στους Καππαδόκες ορθόδοξους Άγιο Χαράλαμπο. Στην Αγία Τριάδα αντιστοιχεί η Αγία Τριάδα Μπεκτασί αποτελούμενη από τον Αλλάχ, τον Μωάμεθ και τον Αλί? η γέννηση του Χριστού από την Παρθένο παρουσιάζεται ως προδιατύπωση της γέννησης του δευτέρου ιδρυτή του Μπεκτασισμού Μπαλίμ Σουλτάν από Χριστιανή παρθένο? στους δώδεκα ιμάμηδες αντιστοιχούν οι δώδεκα απόστολοι. Οι Μπεκτασίδες δεν διστάζουν να βαπτιστούν και θεωρούν το βάπτισμα με ροδόσταμο καθαρτικό αμαρτιών και αποτρόπαιο προφυλακτικό κατά του κακού, σαμανιστικό εξορκισμό. Η λατρεία των αγιασμάτων, το προσκύνημα σε τάφους αγίων, το άναμμα κεριών σε εκκλησίες, ακόμα και η προσκύνηση των εικόνων από σουφίδες αποτελούν δεισιδαιμονικές δοξασίες προφυλακτικού χαρακτήρα κατά του κακού. Με τα ίδια κριτήρια οι Μπεκτασίδες στις αγρυπνίες τους μεταλαμβάνουν κρασί και μοιράζονται τον άρτο, επιτρέπουν ακόμα και στις γυναίκες να συμμετέχουν ακάλυπτες όπως και οι Χριστιανές στην ιεροτελεστία του αϊνιτζέμ. Τοποθετημένα μέσα στο ιστορικό τους πλαίσιο της ιεραποστολής και της διευκόλυνσης τής εγκατάστασης των νεοαφιχθέντων τουρκομάνων που επιζητούν μία αρμονική συνύπαρξη μετά από τις κατακτητικές επιδρομές και την απαλλοτρίωση των εδαφών και των ιδρυμάτων των παλαιών γηγενών κατοίκων του μικρασιάτικου χώρου, θα πρέπει όλα αυτά τα κατά τα φαινόμενα κοινά στοιχεία, να κατανοηθούν ως παραχωρήσεις των Μουσουλμάνων προς τους Χριστιανούς, παραχωρήσεις που έχουν δύο κυρίως ευεργετικά αποτελέσματα. Το πρώτο είναι πως οι νεοαφιχθέντες, προσεταιρισμένοι διάφορες συνήθειες, πιστεύουν πως διευκολύνουν την αφομοίωσή τους από τον τοπικό πληθυσμό και πως φανερώνουν μια διάθεση ανεκτικότητας και συγκατάβασης προς τις παραδοσιακές συνήθειες του γηγενούς πληθυσμού. Το δεύτερο ευεργετικό αποτέλεσμα είναι πως δεν αποξενώνουν εντελώς τους Χριστιανούς και συνάμα τους προσφέρουν μια σταδιακή και ανώδυνη προσχώρηση στον ισλαμισμό αφού επιτρέπουν το βάπτισμα, κάνουν αγρυπνίες και μεταλαμβάνουν όπως και οι ορθόδοξοι, πιστεύουν στην Αγία Τριάδα και στους αποστόλους, λατρεύουν τον Άγιο Χαράλαμπο.
Όσα αναφέρθηκαν παραπάνω σε σχέση με τους εξωτερικούς τύπους λατρείας, ισχύουν και για τη μυστική θεολογία του σουφισμού. Δεν υπάρχει τίποτα εκεί που να μην ανάγεται στον νεοπλατωνισμό, στο γνωστικισμό ή ακόμη και στον ωριγενισμό των πρώτων αιώνων του ελληνιστικού χριστιανικού συγκρητισμού. Όλα τα φανερώματα του κόσμου ερμηνεύονται μέσα από τη γενικευμένη μέθοδο του τα’ουβίλ, της εσωτερικής δηλαδή πνευματικής ερμηνείας, ως σύμβολα που μεταμορφώνονται και αυτά για να μεταφερθούν σε συμβολοποιημένα πρόσωπα. Όλα τα φαινόμενα, κάθε εξωτερικό νόημα, ζαχίρ, έχει το αντίστοιχο του εσωτερικό νόημα, μπατίν. Ακόμα και το ιερό βιβλίο του Ισλάμ, το Κοράνι, έχει κατεβεί από τον υπερουράνιο τόπο όπου υπάρχει το αιώνιό του πρότυπο, και για να γίνει δυνατή η κατανόησή του, πρέπει να ερμηνευτεί με το εσωτερικό νόημα μπατίν. Αυτή είναι και η ιερή αποστολή του ιμάμη, του πνευματικού οδηγού. Η μέθοδος του τα’ουβίλ επιτρέπει στον μύστη να εισέλθει σε ένα νέο κόσμο, να φτάσει σε ένα υψηλότερο στάδιο οντότητας.
Με αυτή την ακραία αναγωγή των πάντων σε έναν εσωτερικό συμβολισμό θα μπορέσει να καθαρθεί ο άνθρωπος από τα εξωτερικά φυσικά φαινόμενα και πράγματα, για να εισέλθει στον κόσμο της μυστικής αγάπης, όπου θα καταλάβει πως ο Θεός και ο δούλος του συναντούνται στην ενότητα και στην ταύτισή τους σε αυτό το στάδιο της εσωτερικής υψηλής οντότητας. Μέσα από αυτή την ενότητα του κτιστού όντος με τον άκτιστο Θεό πραγματοποιείται εδώ στη γη, σε τούτη τη ζωή η θέωση του τέλειου ανθρώπου, insan al-kamil, του συμπαντικού ανθρώπου. Παρά το γεγονός της διαφοροποίησης της ουσίας, αντ-ντάτ, και των ποιοτήτων, ασ-σιφάτ, του Θεού, η ουσία καθορίζει την απόλυτη και άπειρη φύση του Θεού που παραμένει άφατη και απρόσιτη στον άνθρωπο, και οι θειες ποιότητες αναγνωρίζονται στις άπειρες εκφάνσεις ενός κτίσματος και είναι προσιτές στον άνθρωπο. Εδώ αναγνωρίζονται κάποια κοινά στοιχεία, ορισμένες ομοιότητες με την ησυχαστική παράδοση.
Οι όποιες ομοιότητες όμως με την ορθόδοξη θεολογία σταματούν εδώ, αφού ο σουφί δάσκαλος, αμέσως μετά την διατριβή του γύρω από το ακατάληπτο και απρόσιτο της ουσίας του Θεού που δεν είναι δυνατό να μεταδοθεί στον άνθρωπο, προσκρούει στη βασική θεωρία της ενότητας και της μοναδικότητας των πάντων που εκπροσωπείται σε τέλειο βαθμό από τον τέλειο άνθρωπο στη θέωσή του μέσα από τη μυστική γνώση, στην ταυτότητά του δηλαδή με τον Θεό. Και εδώ γίνεται κάτι το εντελώς ακατανόητο από τη δική μας έποψη της ετερικής κοινωνίας των ελεύθερων προσώπων. Ο άνθρωπος γίνεται η θεοφάνεια του θείου όντος επειδή ο Θεός εκφαίνεται στον άνθρωπο, με την διαφορά πως δεν είναι ο άνθρωπος που εκφαίνεται, άλλα ο Θεός εν ανθρώπω. Mε αυτή την έννοια της• θεοφάνειας ο Χριστός είναι Θεός, δηλαδή μία Θεοφάνια που εκφαίνεται στον εαυτό της μέσα στον άνθρωπο που ταυτίζεται απόλυτα με το Θεό. Εφόσον είναι εντελώς αδύνατο για τον Θεό να ενανθρωπηθεί και να ενσαρκωθεί, δεν μπορεί ο Χριστός να διατείνεται πως είναι ο Χριστός (Μασίχ), ο υιός της Μαριάμ.
Με αυτές τις συνθήκες καταργείται η ετερότητα, που για να γνωριστεί, ανάγεται σε αυτότητα. Για αυτό το λόγο δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία ετέρων προσώπων, τριαδική κοινωνία, διαπροσωπική ετερότητα, πολυμορφία, τρεις υποστάσεις, δύο φύσεις, ενσάρκωση. Δεν υπάρχει λόγος για κατανόηση της υποστατικής ένωσης, αφού τα πάντα εξαντλούνται στην αυτιστική ένωση των πάντων με τον εαυτό τους. Η ομολογία της πίστης του Ισλάμ, «Δεν υπάρχει (άλλος) Θεός έκτος από το Θεό», ξεκινάει ουσιαστικά με μία άρνηση της ετερότητας και καταλήγει στην επίφαση της ταυτολογίας.
Όταν ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς αιχμαλωτίζεται το 1354 από τους Τούρκους και ακολουθεί τους απαγωγείς του στις πόλεις και στα χωριά της Βιθυνίας, συνδιαλέγεται ένα βράδυ με κάτι Χιόνες, Εβραίους προσηλύτους στο Ισλάμ, ενώπιον του σουλτάνου, που χάνουν την υπομονή τους με την ορθόδοξη ερμηνεία του τριαδικού Θεού, τον χαστουκίζουν και λαβαίνει τέλος η συζήτηση. Πέρα από αυτές τις αξεπέραστες δογματικές διαφορές, είναι γενικώς αποδεκτό πως το ζήτημα του ησυχασμού τοποθετείται στο επίκεντρο από τις παρεμβάσεις του Βαρλαάμ, ενός ελληνο-λατίνου Καλαβρού που ασπάζεται μεν την Ορθοδοξία όταν φτάνει στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μεταφέρει μαζί του τη σύνολη κατανόηση του μυστικισμού που έχει μεταδώσει η ανατολή στη δύση, ιδιαίτερα στην Ιταλία, δια μέσου των σουφί της Ισπανίας και της Σικελίας, αλλά και του Αγίου Φραγκίσκου της Ασσίζης, που τον δίδαξε στην πατρίδα του μετά την διετή παραμονή του στην Αίγυπτο και στη Συρία. Σε αυτό το σημείο, πιστεύω, πως βρίσκεται η αρχή της σύγχυσης γύρω από την ενόραση του θείου φωτός, τις αντιρρήσεις του Βαρλαάμ γύρω από το θέμα και όλα τα συνεπακόλουθα που χαρακτηρίζουν τις ησυχαστικές έριδες τον δέκατο τέταρτο αιώνα.

* Ο πρωτοπρεσβύτερος Λάμπρος Καμπερίδης είναι ιερέας της ελληνορθόδοξης Μητρόπολης του Καναδά και διδάσκων στα Concordia University και Universite de Sherbrooke. Έχουν εκδοθεί τα βιβλία του: Δος μοι τούτον τον ξένον, εκδ. Ίνδικτος, 2006, Οι γάμοι του Ουρανού και της Γης. Μια ανάγνωση του Pound και του Blake με οδηγό τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, εκδ. Αρμός, 2003 και Το ναι το γλυκύ το πράον, εκδ. Δόμος, 1990.